Tuesday, February 17, 2015

Ἡ Μεγάλη Παραπλάνησή μας

Παντιᾶς Πέτρου Σκαραμαγκᾶς
© Copyright: 2015
Ἐπιτρέπεται κι’ ἐπιβάλλεται ἡ ἀναπαραγωγή καὶ ἀναδημοσίευση τοῦ παρόντος κειμένου, στὸ σύνολό του καὶ τμηματικά, μὲ ὅσο γίνεται πιὸ πολλά ἐκδοτικά μέσα, καθῶς καί ἡ κριτική του.

Π. Σκαραμαγκᾶς
Χοϊδὰ 13-15
Αθήνα, 106 76





Και πάλι
Στή Λίλα.

Πίνακας Περιεχομένων

Εἰσαγωγὴ
Ι. Ἡ Μεγάλη Παραπλάνηση
ΙΙ. Οἱ Διαφορὲς
ΙΙΙ. Ἡ Πρόοδος
ΙV. Τὰ Δεινὰ
V. Οἱ Ἕλληνες
VI. Λέξεις νοήματα, ἔννοιες
VII. Συμπτώσεις
VIII. Ἐξήγηση

Εἰσαγωγὴ

Καὶ στὸ γραφτὸ αὐτό, ὅπως καὶ στὸ “Ἀρχές” μου, προσπαθῶ νὰ προ­βάλλω ὅτι: Ὑπέρτατο ΟΝ, γιὰ ἐμᾶς τοὺς Ἀνθρώπους (ταυτολογικὰ) εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι: Ἡ Ἀνθρωπότητα.
Μὲ τὸν ἀποκλεισμὸ ὅλων τῶν ἄλλων δῆθεν “Ὑπέρτατων ὄντων”.
Καὶ ὅτι συνεπῶς ἡ ἐπιβίωσή μας, ἢ τουλά­χιστον ἡ μακροημέρευσή μας καὶ ἡ ἐπιβολή μας καὶ ἡ εὐτυχία μας καὶ εὐημερία μας ἠμῶν τῶν Ἀνθρώ­πων καὶ τῶν ἀγαπητῶν ἀπὸ ἐμᾶς καὶ χρή­σιμων γιὰ τὴν ὕπαρξή μας καὶ τὴν εὐτυχία μας, ἄλλων ζώ­ντων καὶ μὴ ὄντων τουλάχιστον τώρα, πρέπει νὰ εἶναι ὁ Κύριος Στόχος μας.
Μὲ τὸν ἀποκλεισμὸ -ἐν ἀνάγκη-, ἢ τὸν ὑποβιβασμό, ὅλων τῶν ἄλλων -ὑποδεέστερων- στόχων μας.
Καὶ ὅτι συνεπῶς:
Ἡ γνώση-μνήμη, ἢ ἡ μνήμη-γνώση, τῶν κινδύνων καὶ τῆς πραγματικότη­τας, ὅπως καὶ γιὰ ὅλα τὰ ἄλλα ζῶντα ὄντα, εἶναι τὸ κύριο ὄργανο καὶ ὅπλο μας γιὰ τὴ ἐπίτευξη τοῦ παραπάνω Κύριου Στόχου μας.
=Τῆς ἐπιβίωσής μας.
Ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων στόχων μας.



Καὶ ὅτι συνεπῶς:
Οἱ παραπλανήσεις μας πρέπει -κατὰ τὸ δυνατὸν- νὰ ἀποφεύγονται.
Καὶ ὅτι συνεπῶς:
Οἱ εἰδικές Ἐπιστῆμες μας εἶναι ἡ κύρια -καὶ δυ­στυ­χῶς ἡ μοναδικὴ- πηγὴ κάθε γενικῆς, πραγ­μα­τικῆς καὶ αὐθε­ντικῆς πλη­ροφορίας καὶ Γνώσης.
Μὲ τὸν ἀποκλεισμὸ ὅλων τῶν ἄλλων -ὅταν τὴν ἀντιστρατεύονται- πηγῶν γνώ­σεων. (Ἐξ ἀποκαλύψεως, διαι­σθη­τικῶν, τυχαίων κλπ., πλὴν ὁρι­σμένων ἐμπειριῶν).
Καὶ ὅτι συνεπῶς:
Ἡ Γνώση τῆς Μεγά­λης Πα­ραπλάνη­σής μας εἶναι προαπαιτού­μενο κι αὐτό γιὰ τὴν ἐπίτευξη τοῦ Κυ­ρίου Στόχου μας.
Ι. Ἡ μεγάλη παραπλάνησή μας

Περιπέτειες καὶ περιπλανήσεις καὶ παραπλανήσεις ἡ Ἀνθρωπότης μέχρι σήμερα, ἔκανε καὶ εἶχε, πολλές.
Ἡ ἱστορία εἶναι γεμάτη ἀπὸ αὐ­τὲς.
Κι ἀρκετὲς τὶς περιγράφει λεπτο­μερῶς.
Ἂν διάλεξα νὰ ἀσχοληθῶ ἐδῶ κυρίως μὲ αὐτὴν ποὺ ὀνομάζω «Μεγάλη Πα­ραπλάνησή μας» εἶναι γιατί:
Νομίζω ὅτι μᾶς παραπλάνησε, καὶ μᾶς παραπλανᾶ ἀκόμη, πολύ.
Καὶ γιατί, διέλαθε τῆς προσοχῆς μας καὶ παραμένει ἄγνωστη, σχεδὸν ἐντελῶς, γιὰ τοὺς περισσότερους τῶν συνανθρώπων μας, ἀκόμη καὶ τοὺς εἰδικοὺς ἐπιστήμονες.
Ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλους λόγους, ποὺ ἐλπίζω ἀργότερα θὰ φανοῦν.
Πάντως: Μεγάλη Παραπλάνησή μας πιστεύω ὅτι ἀποτελεῖ τὸ ὅτι:
Ἀπ’ τὴν ἀρχὴ τῆς ὕπαρξής μας ἐμᾶς τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ τῆς Γῆς καὶ μέχρι τώρα:
Δὲν τὰ καταφέραμε, ἐνῶ θὰ τὸ μπο­ρού­σαμε, -εἶναι πανεύκολο- νὰ δια­κρί­νουμε καὶ νὰ ἀντιπαραβάλλουμε ξεκάθαρα:
Τα φαντασιακά από τα πραγματικά όντα.
Καὶ νὰ τ’ ἀντιπαραθέσουμε, ἐξ ἀρχῆς καὶ ἐξ Ἀρχῆς.
Τόσο αὐτὰ, ὅσο καὶ τὴν μεγάλη καὶ σημαντικὴ καὶ ἀνακαθοριστικὴ δια­φο­ρὰ, ποὺ ξεχω­ρίζει τὴν γό­νιμη καὶ πλούσια καὶ συχνὰ τρομακτικὴ καὶ παραπλα­νητικὴ φαντασία μας, ἀπὸ τὴν ἴσως πεζὴ καὶ στυγνὴ, ἀλλὰ ὀρθὰ καθοδη­γητική, πραγ­ματικότητά.
Και ὅτι συνεπῶς ζοῦμε ἔτσι, ἀναγκα­στικὰ καὶ πιστεύουμε καὶ ἀποφασί­ζουμε καὶ κινούμαστε καὶ συγκινούμαστε καὶ δροῦμε κι ἀντί-δροῦμε κι ἐνεργοῦμε ἐμεῖς οἱ Ἄν­θρω­ποι, πιθα­νότατα ἀντίθετα ἀπὸ ὅλα τ’ ἄλλα ζῶντα, τοῦ πλανήτη μας καὶ ἴσως καὶ ἄλλων πλανητῶν ἄλλων ἀστερισμῶν (μὲ τὴν ἐξαίρεση μπορεῖ τῶν φαλαι­νῶν καὶ τῶν δελφινιῶν, ποὺ δὲν ἔχουν μελετηθεῖ ἀρκετά)ὄντα σὲ μία:
Με­γάλη-Σύγχυση φα­ντα­σιακῶν καὶ πραγματικῶν ὑπάρ­ξεων.
Καὶ καταστάσεων καὶ περιστάσεων καὶ γεγονότων.
Ποὺ καλὸ καὶ χρή­σιμο εἶναι:
Νὰ ξεχωρίσουν.
Ἰδίως γιὰ ἐμᾶς τοὺς τωρινοὺς ἀν­θρώ­πους, ὅσους θέλουμε «νὰ ξέρουμε τί μᾶς γί­νεται.»
«Καὶ ποῦ καὶ πῶς νὰ πᾶμε.»
Πάντως, ἀκόμη καὶ τώρα, μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια, ζοῦμε σὲ ἕνα μπέρδεμα, ἕνα κομφούζιο ὅπου ἀξεχώριστα στὰ πολυπράγμονα μυαλά μας, συμπλέ­κονται ἰσάξια καὶ συγκυβερνοῦν, ἡ πραγματικότητα μὲ τὴν φαντασία.
Καὶ ἡ Ὕπαρξη μὲ τὴν ἀνυπαρξία (κι ἂς λέει ὁ μὲν Παρμενίδης ὅτι δὲν ὑπάρχει καὶ ὁ Ἀριστοτέλης ὅτι καὶ ἡ ἀνυπαρξία, ὑπάρχει).
Ὅπου οἱ μύθοι καὶ τὰ παραμύθια ἀνακατεύονται μὲ αὐτὰ ποὺ συμβαί­νουν πραγματικά.
Πρόκειται γιὰ μία «Ὕπαρξη» ὅπου συνυπάρχουν κι ἐπιδροῦν καὶ κανο­νίζουν καὶ παρασύρουν καὶ καθο­δηγοῦν τὴ ζωή μας, τὴν δική μας καὶ τῶν παιδιῶν μας:
Τὰ ὄνειρα, τὰ φαντάσματα, τὰ τέρατα, οἱ δαίμονες, οἱ θεοὶ , οἱ ἄγγε­λοι, οἱ διάβολοι, οἱ τρίβολοι, οἱ ἔν­νοιες, οἱ φαντασιώσεις μας, μαζὶ μὲ τὰ πραγματικὰ ὑλικὰ καὶ αἰσθητὰ ὄντα: Τὰ πράγματα, τὰ ζῶα καὶ τὰ φυ­τά.
Μπερδεύοντάς μας ἔτσι, καὶ παραπλανώντας μᾶς πολλαπλά.
Κάποτε μάλιστα καταστρο­φικά.
Καὶ ἀκόμη περισσότερο καὶ πιὸ βαθειὰ καὶ πιο παραπλανητικὰ μᾶς παραπλανᾶ:
Η λανθα­σμένη ἀξιολόγησή μας:
Τὸ ὅτι δηλαδή:
Ἀδόκιμα καὶ ἀστόχαστα τὶς πιο πολ­λές φορές:
Ἀποδίδομε πολὺ μεγαλύτερη ἀξία καὶ ὕπαρξη καὶ δύναμη καὶ οὐσία καὶ ση­μα­σία, σὲ ἀνύπαρκτα, στὴν πραγμα­τικότητα, "ὄντα", καὶ στὰ συμπαρο­μαρτούντα τους, από ότι στα πράγ­ματι υπάρχοντα.
Πιστεύοντας μάλιστα καὶ στηριζόμε­νοι όχι μόνο περισσό­τερο, αλλά πά­μπολλες φορές καὶ ἀποκλειστικά, σ’ αὐτά.
Καὶ τοῦτο γιατί κυρίως ἀπὸ φόβο ἀλλὰ καὶ ἀμέλεια καὶ ἀφέλεια καὶ ἀπροσεξία κι ἔλλειψη κρίσης καὶ στοιχειώδους λογικῆς καὶ προσοχῆς καὶ κακῆς ἐκπαίδευσης καὶ διδαχῆς -παραδοσιακῆς- κ.τ.λ.
Ἀφηνόμαστε, οἱ περισσότεροι ἀπὸ ἐ­μᾶς, νὰ παρασυρθοῦμε ἀπὸ τὴν εὐ­κο­λία καὶ σαγήνη τῆς φαντασίας μας.
Ποὺ τῆς δίνουμε τὴν πρώτη καὶ καλύτερη θέση στὴν ἐκτίμησή μας καὶ τὴν προτίμησή μας.


Βέβαια, ὑπάρχουν καὶ οἱ συνάνθρωποί μας (κι ἐγὼ ὁρισμένες φορὲς) ποὺ παρα­συρόμενοι θεωροῦν ἰσάξια τὰ μὲν μὲ τὰ δέ.
Λάθος, λογικά, εἶναι ἀσφαλῶς κι αὐτό:
Γιατί, ὅπως εἶναι προφανές:
Ἂν θέλουμε νὰ εἴμαστε πιὸ κοντὰ στὴν πραγματικότητα γιὰ νὰ μπο­ροῦ­με περισσότερο νὰ ὑπάρχουμε καὶ καλύτερα νὰ ζοῦμε καὶ πιὸ αὐθεντικὰ μεταξὺ μας νὰ ἐπικοινω­νοῦμε.
Κι ἂν θέλουμε νὰ εἴμαστε πιὸ σίγου­ροι γιὰ τοὺς ἑαυτούς μας καὶ τὰ γύρω μας καὶ τὶς ἀπόψεις μας καὶ τὶς πί­στεις μας.
Καὶ «πιὸ ἀληθινοὶ» ὅπως ἔλεγαν οἱ παλαιοί.
Πράγμα ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἐπιβίωση καὶ τὴν κατὰ τὸ δυνατὸν εὐμάρεια.
Θὰ πρέπει: Τὸ ἀντίθετο ἀκριβῶς νὰ προσπαθοῦμε:
Καὶ τὴν ἀντίθετη ἀξιολόγηση νὰ κά­νουμε:
Καὶ νὰ πιστεύουμε καὶ νὰ στηριζόμα­στε πιὸ πολὺ στὰ πραγματικά, ἀπὸ ὅτι στὰ φαντασιακὰ «ὄντα».
Καὶ νὰ ἀποδίδουμε στὰ πραγματικά, ὅπως τοὺς πρέπει, πολὺ μεγαλύτερη ὕπαρξη καὶ ἀξία καὶ δύναμη καὶ ση­μασία.
Τὰ δὲ φαντασιακὰ «ὄντα» καὶ τὰ τέ­ρατα καὶ τὰ φαντάσματα κλπ:
Καλὰ θὰ κάνουμε καὶ πολὺ διδάσκει καὶ ὠφελεῖ καὶ χρησιμεύει: τὸ νὰ τὰ βάζουμε σὲ δεύτερη, ἢ τρίτη σειρά, ἢ μοίρα στὶς προτιμήσεις μας καὶ στὶς ἀξιολογήσεις μας.
Παρ’ ὅλο ποὺ κι αὐτὰ κάποτε κάπως χρησιμεύουν. Ἰδίως ὅταν συμφω­νοῦ­ν μὲ τὰ πραγ­ματικά. Ή καὶ τὰ ἐνισχύουν, ἢ τὰ το­νίζουν, ἢ καλλωπίζουν. Ἢ ὅταν εἶναι, ὅπως κάτω ἀπὸ ὁρισμένες εἰδικὲς συνθῆκες εἶναι: παρηγορητικά, ἢ δια­σκε­δα­στικὰ (ὅ­πως κάποια παραμύθια), ἢ καὶ δι­δακτικά.
Ἀλλὰ σὰν τέτοια: Σὰν βοηθητικὰ καὶ δευτερεύοντα κι ἐξωπραγματικὰ πρέ­πει νὰ τ’ ἀξιολογοῦμε.
Καὶ ὄχι νὰ χανόμαστε καὶ μπερδευόμαστε μὲ τὶς φαντασιώσεις μας.
Καὶ ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα πολλά.
Γιατί: Ἡ Μνήμη-Γνώση, τῆς πραγματικότητάς μας, εἶναι προαπαιτούμενο ὄχι μόνο γιὰ τὴν ἐπιβίωσή μας καὶ Ὕπαρξή μας.
Ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν κάλυψη ὅλων τῶν ἀναγκῶν μας.
Καὶ γιὰ τὴν πραγματοποίηση, ὅλων τῶν ἄλλων στόχων μας.
Συνεπῶς: Καλύτερα εἶναι, γιὰ νὰ ξε­χωρίζουν σαφέστερα, νὰ βάζουμε τὰ φαντασιακὰ «ὄντα» καὶ τὶς φαντα­σίες μας καὶ φαντασιώσεις μας ὅταν γράφουμε, σὲ ἀγκύλες.
Σημειώσεις

1) Ἀπό τὴν στιγμὴ ποὺ ἡ επιστημονικὴ κοινότητα -κυρίως ἡ ἀσχολούμενη μὲ τὴν λεγόμενη "Φυσικὴ Ἐπιστήμη"- θὰ καταλάβει τὴν μεγάλη σημασία ποὺ ἔχει γιὰ τὴν ανθρώπινη Σκέψη γενικὰ καὶ τὶς ἐπιστῆμες εἰδικότερα:
Ἡ διάκριση τῶν ὄντων σὲ πραγματικὰ καὶ φαντασιακὰ.
Ὁ τρόπος σκέψης καὶ ἔκφρασης καὶ διδαχῆς τῆς "Φυσικῆς" καὶ τῶν ἄλλων ἐπιστημῶν κι ὄχι μόνο αὐτῶν, θ’ἀλλάξει ριζικά: πρὸς τὸ πολὺ ἁπλούστερο.


2) Ἀντὶ τῆς τόσο χρήσιμης καὶ πραγμα­τικῆς ἀντιπαράθεσης τῶν ὄντων σὲ πραγματικὰ καὶ φαντασιακά, ἀπὸ πολὺ νωρὶς ἐμεῖς οἱ θνητοὶ ἀντιπαραθέσαμε -κακῶς, γιατί δὲν διαφέρουν- τὸ σῶμα μας μὲ τὴν "ψυχή" μας. Μὲ παράλογα καὶ σουρεαλιστικὰ καὶ καταστροφικὰ ἀποτελέσματα. Π.χ. στὴ Ρωσία καὶ ὄχι μόνο, ίδίως τὸν Μεσαίωνα:
Πολλοὶ πιστοί, κατὰ μόνας, ἢ καὶ ὡς ὁμάδες (μαζεύονταν σὲ ξύλινα σπίτια κι ἔβαζαν φωτιά!) αὐτοκαίγονταν σὲ πυρές. Γιὰ νὰ σώσουν γιὰ -πάντα- τὴν ἄδολη ψυχή τους, αὐτοκαταστρέφοντας μαρτυρικὰ τὸ ἁμαρτωλὸ σῶμα τους.
Μαρτυρικὸς θάνατος ποὺ ἔχει τὴ λογική του, ἂν δεχτοῦμε τὴ διάκριση σώματος καὶ ψυχῆς. Καὶ ὅτι, τὸ σῶμα εἶναι δόλιο καὶ ἁμαρτωλὸ ἐνῶ ἡ ψυχὴ ἄδολη1, ἀλλὰ κινδυνεύει νὰ παρασυρθεῖ στὴν ἁμαρτί­α ἀπὸ τὸ σῶμα.
Ἀξίζει συνεπῶς κατ’ αὐτὴν τὴ λογική, ἕνας μαρτυρικὸς προσωρινὸς θάνατος, γιὰ νὰ σωθεῖ γιὰ πάντα ἡ ψυχή.
Ποὺ τὴν πιστεύουν ἀθάνατη.
Ἀπὸ ἄλλα τέτοια παραδείγματα πολλά, εἶναι γεμάτη ἡ Ἱστορία μας καὶ οἱ θρησκεῖες καὶ φιλοσοφίες μας ἀπὸ τὴν λανθασμένη ἀντιπαραβολὴ σώματος καὶ ψυχῆς.
3) Ἀπ’τὸν σαφῆ διαχωρισμὸ καὶ ὑποβιβασμὸ στὶς αξιολογήσεις μας τῶν φαντασιακῶν ἀπ’ τὰ πραγματικὰ ὄντα (καὶ συμβαίνοντα καὶ γεγονότα) προκύπτει καὶ ὄτι:
Συχνὰ ὅπου ὑπάρχει, ἢ ἐμφανίζεται ἀντίθεση μεταξὺ γενικῆς θεωρίας (=φαντασίας) καὶ εἰδικῆς καὶ συγκεκριμένης κατάστασης, πραγματικότητας) καλύτερο (ἠθικότερο καὶ δικαιότερο καὶ πρακτικότερο καὶ ἐπωφελέστερο, κ.λ.π.) εἶναι τὸ νὰ ἐπικρατεῖ τὸ εἰδικὸ καὶ συγκεκριμένο.
Π.χ. στὸν γενικὸ κανόνα (Νόμο, Fictio Juris) "ἀπαγορεύεται ἡ ἄγνοια νόμου":
Θα πρέπει νὰ ἐπιτρέπεται ἐπὶ ἀποδείξει: Ὅτι ἦταν ἀδύνατο στὴν συγκεκριμένη περίπτωση ἀπό τὸ συγκεκριμένο ἄτομο, νὰ γνώριζε τὸν συγκεκριμένο νόμο (π.χ. ἀσθένεια, ἀπουσία κ.α.).
Καὶ γενικὰ, τοῦ γενικοῦ θὰ πρέπει νὰ ἐπικρατεῖ συχνότερα τὸ εἰδικὸ καὶ τὸ συγκεκριμένο.
Ἀλλὰ τὸ πότε; Εἶναι συνάρτηση τῶν συγκεκριμένων συνθηκῶν.

ΙΙ. Οἱ Διαφορὲς

Πολλὲς καὶ διάφορες καὶ μεγάλες καὶ σημαντικὲς καὶ ἀνὰ-κὰθ-ὁριστικὲς εἶναι καὶ οἱ διαφορὲς τῶν πραγμα­τικῶν ἀπὸ τὰ φαντασιακὰ ὄντα.
Ὅμως δυστυχῶς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ὕπαρξής μας, ἐμᾶς τῶν θνητῶν ἐπὶ τῆς Γὴς καὶ μέχρι τώρα, δὲν τοὺς ἔχει δοθεῖ, οὔτε καὶ σὲ αὐτές, ἡ δέουσα προσοχή.
Καὶ ἡ κανονικὴ ἀξιολόγησή τους.
Καὶ γιὰ αὐτό, ἔστω καὶ ἀργά, χρειάζε­ται (=εἶναι χρήσιμο), ὁρισμένες τουλάχιστον αυτῶν, νὰ ὑπενθυμι­στοῦν, προβληθοῦν καὶ ὑπογραμμιστοῦν.
Και πρῶτα πρῶτα:
Τὰ πραγματικὰ ὄντα εἶναι ἀσταμά­τητα κινητά καὶ κινούμενα καὶ μεταβαλλόμενα καὶ μεταβλητά.
Οἱ δὲ περισσότερες μεταβολές τους, εἶναι μάλιστα οἱ λεγόμενες "φυσι­κές".
Δηλαδή, οἱ προερχόμενες ὄχι ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν φύση.
Ὅμως καὶ οἱ ἀνθρωποδημιούργητες ἀλλαγὲς τῶν ὄντων καὶ τοῦ περιβάλ­λοντός μας, εἶναι κι αὐτὲς γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους σημαντικότατες.
Παρόλο ποὺ ἀποτελοῦν, ἀπειρο­ελά­χιστο μέρος τῶν συνολικῶν.
Καὶ κάποτε (συχνά;) οἰκολογικά, εἶναι καταστροφικές.
Ἀντίθετα, τίποτα τέτοιο δὲν μπορεῖ νὰ συμβεῖ μὲ τὰ φαντασιακὰ «ὄντα». Καὶ τὰ παραφερνάλια τους.
Καὶ τοῦτο γιατί: Οὔτε ἀπὸ τὴ φύση, οὔτε ἀπὸ τὸ Big-Bang, οὔτε ἀπὸ μοναχά τους, οὔτε ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὴν δράση μας, οὔτε ἀπὸ ἄλλα ζῶντα ὄντα, μποροῦν νὰ μεταβληθοῦν, ἢ κινηθοῦν, ἢ ἀλλά­ξουν.
Καθ’ ὅτι: Ἁπλούστατα δὲν ὑπάρχουν στὴν πραγματικότητα.
Οὔτε ἔξω ἀπὸ τὴν φαντασία μας.
Καὶ μόνο ἀπὸ αὐτὴν καὶ μὲ αὐτήν, θὰ μπορούσαμε ἐνδεχομένως καὶ «θεω­ρη­τικὰ» νὰ τὰ φανταστοῦμε μεταβαλλό­μενα.
Ὅμως ὅταν ἡ φαντασία μας μετα­βάλλει τὸν ὁρισμό τους, δὲν εἶναι πιὰ αὐτό ποὺ ἦταν ἀρχικά.
Ἀλλά, ἄλλα διαφορετικά, φαντασιακὰ καὶ ἀμετάβλητα καὶ αὐτά, "ὄντα".

Δεύτερον, ἢ καὶ πρῶτον:
Τὰ πραγματικὰ ὄντα εἶναι αἰσθητά.
Δηλαδή, μὲ τὶς αἰσθήσεις μας καὶ ἀπὸ αὐτὲς ἀντιληπτά.
Ἢ «συλλαμβανόμενα» λένε ἄλλοι.
Ἔτσι, μποροῦμε νὰ τὰ ἀκοῦμε μὲ τὰ αὐτιά μας καὶ νὰ τὰ βλέπουμε μὲ τὰ μάτια μας καὶ νὰ τὰ ἀγγίζουμε μὲ τὰ χέρια μας καὶ νὰ τὰ γευόμαστε μὲ τὸ στόμα μας καὶ νὰ τὰ μυρίζουμε μὲ τὴ μύτη μας.
Καὶ τώρα μὲ τὰ εἰδικὰ ἐπιστημονικὰ ὄργανά μας. Τὰ ἐργαλεῖα μας καὶ μη­χανήματά μας. Τὰ μικροσκόπια καὶ τηλεσκόπια κλπ.
Ὅλα αὐτὰ, ποὺ ἀποτελοῦν συχνά, προ­ε­κτά­σεις ἢ καὶ βελτιώσεις τῶν αἰ­σθη­τηρίων ὀργάνων μας.
Ή καὶ συχνότατα κάτι πολὺ παραπάνω.
Ἐπίσης, μποροῦμε νὰ ἐπιβεβαι­ώνου­με τὴν ὕπαρξή τους καὶ τὴν "φύση" τοὺς (=τὶς ἰδιότητές τους) καὶ τὰ χαρακτηριστικά τους, μὲ τὰ διάφορα ἐπι­στημονικὰ καὶ μὴ πειράματά μας.
Καὶ συνεπῶς μποροῦμε καὶ νὰ τὰ φωτογραφίζουμε.
Καὶ νὰ τὰ τραβᾶμε κινηματογραφικὲς ταινίες, συνήθως διδακτικὲς (=docu­mentaries).
Καὶ νὰ τὰ ξαναπαρουσιάζουμε ὅταν χρειαστεῖ.2
Ἑπομένως, τὰ πραγματικὰ καὶ συγκε­κριμένα ὄντα καὶ οἱ θέσεις τους καὶ τὰ μεγέθη τους καὶ τὰ ἀποτελέσματά τους καὶ οἱ συνδυασμοί τους καὶ οἱ μεταβολὲς τοὺς κλπ, μποροῦν νὰ καταμετρηθοῦν.
Καὶ νὰ ὑπολογιστοῦν, συχνά, μὲ πολὺ με­γάλη, τώρα πιά, ἀκρίβεια, μὲ τὰ νέα μέ­τρα καὶ σταθμά μας.
Ἡ δὲ δυνατότητά μας αὐτὴ εἶναι τώρα τελευταία πολύ της μόδας, καθὼς καὶ οἱ στατιστικοὶ ὑπολογισμοί.
Ἰδίως χάρη στοὺς ἠλεκτρονικοὺς ὑ­πολο­γιστές μας.3
Καὶ βέβαια: Τίποτα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ καὶ πάλι δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε μὲ τὰ φαντασιακὰ μας «ὄντα», ἢ μὲ τὰ συνεπακόλουθά τους «φαινόμενα».
Οὔτε μποροῦμε μὲ τὰ αἰσθητήρια ὄρ­γανά μας, ἀλλὰ οὔτε καὶ μὲ τὰ ἐργα­λεῖα καὶ τὰ μηχανήματά τὰ ἐπι­στη­μονικὰ καὶ τὰ μή, νὰ τὰ συλλάβουμε.
Ἢ νὰ τὰ ἀποτυπώσουμε, ἢ νὰ τὰ δια­κρίνουμε.
Οὔτε ἀσφαλῶς νὰ τὰ κα­ταμετρή­σουμε μὲ τὰ ὑποδεκάμετρά μας.
Ἢ νὰ τὰ μυρίσουμε.
Οὐσιώδης καὶ συστατικὲς καὶ πολὺ πολὺ πραγματικὲς καὶ ἀνακαθο­δη­γητικὲς ἦταν ἐξ ἀρχῆς τῆς ὕπαρξής μας, γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους οἱ δια­φορὲς τῶν πραγματικῶν ἀπ’ τὰ φα­ντα­σι­ακὰ ὄντα.
Καὶ συνεπῶς εὔκολα θὰ μποροῦσαν νὰ διακριθοῦν.
Ἄν, γιὰ ἀνεξήγητους λόγους, ἢ καὶ γιὰ λόγους κάποτε συμφέρο­ντος, δὲν εἶχαν ἀποσιωπηθεῖ.
Ὑπάρχει, ἐν τούτοις, καὶ μία ἄλλη με­γάλη κι αὐτή, καὶ οὐσιαστικὴ καὶ δο­μικὴ καὶ λειτουργικὴ διαφορά, ποὺ ἀπὸ παλιὰ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ διακριθεῖ.
Καὶ τὴν ὁποία χάρις στὴν πρόοδο τῶν ἐπιστημῶν μας καὶ τὶς τελευταῖες μας τεχνικὲς προόδους, ἔγινε δυνατὸν νὰ ἀντιληφθοῦμε.
Πρόκειται γιὰ τὸ ὅτι: εἶναι διαφο­ρε­τικὴ ἡ διαδικασία τῆς λει­τουργίας τῶν ἀνθρώπινων ἐγκεφάλων μας, ὅταν ἀντιλαμβανόμαστε (συλλαμβάνουμε) τὰ πραγματικὰ καὶ αἰσθητὰ ὄντα καὶ διαφορετική, ὅταν φτιά­χνουμε μὲ τὴν φαντα­σία μας τὰ φα­ντασιακά.
Γιατί, τὰ μὲν πραγματικὰ τὰ ἀντιλαμ­βανόμαστε κατευθείαν μὲ τὶς αἰσθή­σεις μας καὶ μὲ αἰσθητήρια ὄργανά μας, ποὺ μᾶς ἐρεθίζουν ὁρισμένα, συγκεκριμένα κέντρα τοῦ ἐγκεφάλου μας, ποὺ βρίσκονται σὲ κα­θορι­σμένα σημεῖα τοὺς (π.χ. Στὸν ὀπτι­κὸ φλοιὸ ποὺ εἶναι σὲ πέντε διαφορετικὲς συγκεκριμένες πίσω περιο­χές).
Ἐνῶ τὰ φαντασιακὰ ὄντα καὶ τὶς ἄλ­λες φαντασίες μας, τὰ φτιάχνουμε σὲ ἄλλα μέρη, ἢ κέντρα τοῦ ἐγκεφάλου μας, διαφορετικά, καὶ σὲ ἀπόσταση ἐγκεφαλικὰ μεγάλη.
Τὰ συνθέτουμε δέ: Προσθαφαιρετικὰ μὲ καὶ ἀπὸ μνῆμες (=ἀναμνήσεις), τῶν πραγματικῶν ὄντων, ἢ καὶ τῶν τμημά­των τους καὶ μάλιστα αὐτῶν ποὺ μᾶς ἔκαναν τὴ μεγαλύτερη ἐντύ­πω­ση, ἢ μᾶς φό­βισαν τὸ περισσότερο.
Δημιουργώντας ἔτσι διάφορα τέ­ρατα, ἢ ἄλλα ὑπὲρ-φυσικά, ἢ ὑπὲρ-ρεαλιστικά, ἢ σοὺρ-ρεαλιστικὰ κατα­σκευάσματα.
Καὶ ὅλα αὐτὰ μποροῦμε τώρα πιὰ νὰ τὰ παρακολουθοῦμε καὶ νὰ τὰ βλέ­πουμε κυριολεκτικὰ, χάρις στὰ καὶ μὲ τὰ νέα ἐπιστημονικὰ μηχανήματά μας καὶ ἐργαλεῖα μας.
Τὰ scan τοῦ ἐγκεφάλου ποὺ παρακο­λουθοῦν καὶ φωτίζουν καὶ χρωματίζουν διαφορετικὰ τὶς διάφο­ρες διεργασίες καὶ λειτουργίες τῶν διαφορε­τικῶν περιοχῶν καὶ κέντρων του.
Ἔτσι, μὲ αὐτὰ καὶ μὲ ἄλλα μηχανή­ματά, κατάφεραν οἱ εἰδικοί νὰ μπο­ροῦν καὶ νὰ διακρίνουν, τὸ πότε κάποιος λέει τὴν ἀλήθεια, ἢ ψέμ­ματα. Τὸ πότε δηλαδὴ ὑποστηρίζει, ἢ προβάλλει μνημονικὲς φαντασιακὲς κατασκευές. Ἢ ἄμεσες πρόσφατες ἐντυπώσεις αἰσθητηρίων ὀργάνων.
Βέβαια, οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοι, δὲν διέθεταν τέτοια ἐξελιγμένα μηχανήματα.
Οὔτε τὶς σημερινὲς ἐπιστημονικές μας γνώσεις.
Ὅμως, αὐτὸ δὲν ἀποτελεῖ ἐπαρκῆ δικαι­ο­λο­γία, γιὰ τὶς παραλείψεις καὶ παραβλέψεις, ἢ καὶ ἄγνοια, σημαντι­κῶν καὶ κάποτε ἀνακαθοριστικῶν διαφορῶν.
Γιατί πολλοὶ ἄλλοι τρόποι ὑπῆρχαν ποὺ τοὺς ἐπέτρεπαν νὰ ξεχωρίσουν τὰ ὄνειρα καὶ τὶς φαντασίες, ἀπὸ τὴν πραγματικότητα καὶ τὰ φαντασιακά, ἀπὸ τὰ πραγματικὰ ὄντα καὶ δὲν τὸ ἔκαναν.
Πάντως τώρα πιὰ εὐτυχῶς εἶναι πολὺ πιὸ εὐδιάκριτο τὸ ὅτι: Ἡ κατασκευὴ ἀπὸ ἐμᾶς τῶν φαντασι­α­κῶν ὄντων καὶ καταστά­σεων, ἀπο­τελεῖ μία μνημονιακή, προ­σθαφαιρε­τική, συνδυαστική, ἀνὰ-σύνθεση, ἐ­ντυ­πω­σιακῶν ἢ ἐκφοβιστικῶν μνη­μῶν.
Καὶ ὄχι μία κατευθείαν, μὲ τὰ αἰσθη­τή­ρια ὄργανά μας: αἰσθητηριακὴ ἀντί­ληψη.
Καὶ ἄλλες πολλὲς δια­φορετικές, μεγάλες ἢ μικρές, σημα­ντικὲς ἢ ἀσή­μαντες, διαφορές, τῶν φαντασιακῶν ἀπὸ τὰ πραγματικὰ ὄντα ὑπάρχουν. Καὶ μποροῦν νὰ βρεθοῦν, ἢ νὰ ἀποκαλυφθοῦν καὶ προταθοῦν.
Ὅμως οἱ παραπάνω χαρακτηριστικὲς εἶναι ἀσφαλῶς ἀρκετὲς γιὰ νὰ δεί­ξουν καὶ ὑπενθυμίσουν καὶ προβά­λουν καὶ τονίσουν τὶς τεράστιες καὶ οὐσιώδεις καὶ καταλυτικὲς ἀποστά­σεις, τῶν δύο αὐτῶν τόσο διαφορε­τικῶν καὶ συχνότατα ἀντίθετων:
Συνόλων, ἢ Κόσμων:
Τοῦ κόσμου τῆς πραγματικότητας καὶ τοῦ κόσμου τῆς φαντασίας μας.
Καὶ συνεπῶς καὶ τὴν δυνατότητα καὶ χρησιμότητα κάποτε, -ὅταν χρεια­στεῖ- τῆς ἀντιπαράθεσής τους.
Γιατὶ συχνὰ, ὁ ἕνας απ’ αυτοὺς καταπολεμά καὶ κάποτε εξαφανίζει, γιὰ τὴ σκέψη μας καὶ ἀπ’ αὐτήν, τὸν ἄλλο.
Πάντως, τὰ πραγματικὰ εἶναι πάντα και συγκεκριμένα (=διακριτά) γιὰ τὴ σκέψη μας ὄντα.
Ἐνῶ τὰ φαντασιακὰ γενικὰ καὶ αφηρημένα (=ἀόριστα) "ὄντα".
Σημειώσεις
1) Δεδομένου ὅτι πρόσφατα -πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ περίπου χρόνια- ἡ Ἑλ­ληνικὴ καὶ κατόπιν παγκοσμιοποι­ημένη «φύση» ἔχει ἀπὸ τὶς εἰδικὲς ἐπιστῆμες μας ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὴν πραγματικότητα (τὴν αἰσθητὴ καὶ καταμετρήσιμη καὶ πειραματικὰ ἐπιβεβαιωμένη) τοῦ Big-Bang, ἢ τῆς Μεγάλης-Ἔκρηξης ἢ Ἔκτασης, (Μ.Ε.).
Οἱ πρώην "φυσικές" αὐτὲς ἀλλαγὲς μποροῦν καὶ ἴσως πρέπει, νὰ ὀνομαστοῦν -γιὰ νὰ εἴμαστε καὶ ἐπιστημονικὰ ἐπί­καιροι-: Μεγάλο-Ἐκρηκτικὲς ἢ «Μεγάλο-Ἐκτατικὲς - Μεταβολές».
Καὶ τοῦτο γιατί τώρα πιά:
Ἡ Μεγάλη-Ἔκταση, δηλαδή:
Τὸ Big-Bang, ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ἦταν ἀρχικὰ μία ἀπίθανη ὑπόθεση (=φαντα­σία) ποὺ χλευαστικὰ ὀνομά­στηκε Big-Bang.
Καὶ πολλοὶ ἐπιστήμονες τὴν κορόι­δευαν, σήμερα ἀποτελεῖ τὴν καθιερωμένη καὶ αἰσθητὰ (γιατί μποροῦμε νὰ τὴν ἀκοῦ­με μὲ τὰ μηχανήματά μας καὶ νὰ τὴν βλέπουμε: ὡς “χιονάκια” στὶς ὀθόνες μας καὶ μὲ ἄλλους τρόπους) καὶ θεωρητικὰ καὶ μὲ κάθε ἄλλον τρόπο ἐξήγηση τῆς ὕπαρξης, τοῦ γνωστοῦ μας ἐπιστημονικὰ Συνόλου, ἢ Κόσμου.
Ἐπιπλέον ἡ Μεγάλη-Ἔκρηξη εἶναι καὶ καταμετρήσιμη γιὰ νὰ μὴν ὑπάρχει καμιὰ ἀμφιβολία γιὰ τὴν “οὐσία-παρου­σία” της, δηλαδὴ γιὰ τὴν ὕπαρξή της) κι ἔχει ὑπολογιστεῖ ὅτι ἄρχισε πρὶν ἀπὸ 13700 περίπου δισεκατομμύρια χρόνια καὶ θὰ ἐξακολουθήσει ἐκτεινόμενη ἐπ’ ἄπειρον. Εἶναι συνεπῶς γεγονός.
Ὅπως μᾶς ἐπιβεβαιώνουν οἱ εἰδικοὶ τωρινοὶ ἐπιστήμονές μας.
Τὸ δὲ γεγονὸς ὅτι οἱ ἐπιστημονικὲς ἀπόψεις ἀλλάζουν=προοδεύουν, δεν πρέπει νὰ μᾶς κάνει νὰ περιφρονοῦμε τὶς παροῦσες.
Ἀλλὰ μόνο να προχωροῦμε προσεκτικὰ κι ἐπιφυλακτικά.

ΙΙΙ. Η πρόοδος

Στὴν ἀρχὴ τῆς Ἀνθρώπινης καὶ τῆς Εὐρωπαϊκῆς καὶ τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας μας: Τὰ φαντασιακὰ ὄντα ποὺ ἐπικρά­τησαν καὶ τρομοκράτησάν τους τότε θνητοὺς καὶ λατρεύτηκαν ἀπὸ αὐ­τούς, ἦταν κυρίως τὰ τέρατα.
Τέρατα, φοβερὰ καὶ τρομερά, σχεδὸν πάντα στὴν φαντασία μας ἀπάν­θρωπα, ἐχθρικὰ καὶ αἱμοβόρα. Καταβροχθιστικὰ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν ἄλλων, πιὸ ἀδύνατων ζώων.
Ἄγρια θηρία, ἀρσενικὰ καὶ θηλυκὰ καὶ ἀρσενικὸ-θήλυκα, τεράστια καὶ ὑπερφυσικά.
Φτιαγμένα ὅλα ἀπὸ τὴν γόνιμη καὶ πλούσια καὶ κατατρομοκρατημένη ἀνθρώπινη φαντασία μας, ἐκείνων τῶν παλαιῶν ἐποχῶν.
Τέρατα, συχνὰ μὲ κέρατα καὶ πύρινες γλῶσσες καὶ ἄγρια θηρία τρομακτικὰ καὶ τρομοκρατικὰ ποὺ ἐφτίαχναν μὲ τὴν τότε τρομοκρατημένη φαντασία τοὺς οἱ τότε τρομοκρατημένοι πρῶ­τοι πρόγονοί μας, ἀπὸ καὶ μὲ πα­ρατηρήσεις τους καὶ τὶς μνῆμες τους καὶ ἀναμνήσεις τους, καὶ τοὺς συν­δυασμούς τους, πραγματικὰ ὑπαρ­κτῶν ζώων καὶ τμημάτων τους.
(Ἰδίως κεράτων τους καὶ αἰχμηρῶν δοντιῶν καὶ νυχιῶν τους.)
Κάποτε μάλιστα αὐξάνοντας πολὺ τὸ μέγεθός τους (Γίγαντες, Τιτάνες) ἢ προσθέτοντας καὶ ἀφαιρώντας ὄργανα (Μονοφθαλμία Πολύφημου), ἢ κάποτε μὲ ἄλλους προσθαφαι­ρετικοὺς συνδυασμούς.
Στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, γιὰ τὴν ὁποία ἔχουμε καὶ τὰ περισσότερα στοιχεῖα, τρομοκρατοῦσαν ἀκόμα καὶ Μέδου­σες μὲ φίδια γιὰ μαλλιά.
Καὶ Πάνες καὶ Φαῦνοι, μὲ τεράστια ὀρθωμένα πέη, μισοὶ τράγοι καὶ μισοὶ ἄνθρωποι.
Καὶ ἄλλα πολλὰ καὶ διάφορα τέτοια ἐκφοβιστικὰ καὶ παράξενα καὶ σουρεαλιστικὰ ὄντα.
Π.χ. Κένταυροι, Ἀμαζόνες, Λερναῖες Ὕδρες, Μινώταυροι, κλπ.
Οἱ ἄλλοι, οἱ διαφορετικοὶ λαοὶ φυ­σικά, ἐκεῖνα τὰ παλαιὰ χρόνια, εἶχαν, ἀνάλογα μὲ τὸ κλίμα τους καὶ τὴν περιοχή τους καὶ τὴν ἰδιοσυγκρασία τους καὶ τὶς εἰδικὲς συνθῆκες τους, διαφορετικὰ ποὺ τοὺς τρομοκρα­τοῦσαν καὶ λάτρευαν τέ­ρατα.
Τὸ δὲ χειρότερο εἶναι ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ “ὄντα” εἶχαν τεράστια ἐπίδραση σὲ ὅ­λες τὶς ἀντιλήψεις καὶ ἐκφράσεις τῆς ζωῆς, τῶν τότε ἀφελῶν καὶ εὐφά­νταστων προγόνων μας.
Κι ἔπαιζαν τρομακτικὸ ρόλο στὴν ὕ­παρ­ξή τους καὶ στὶς ἀποφάσεις τους.
Καὶ στὶς θρησκεῖες τους καὶ τὶς πίστεις τους, τὶς συ­νήθειές τους, τὶς δρά­σεις τους καὶ ἀντι­δράσεις τους.
Εἶναι μάλιστα πιθανό, ἤδη ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἐποχή:
Νὰ ὑπῆρχαν οἱ ἐπιτήδειοι καὶ πονη­ροὶ ὀλίγοι, ποὺ δὲν πίστευαν ἢ πίστευαν ἐλάχιστα, σὲ ὅλα αὐτὰ τὰ παραμύθια καὶ ὑπερβάλλοντας καὶ τρομάζοντας πιὸ πολύ τους πολλοὺς καὶ ἀφελεῖς, προσπορίζονταν διά­φορα ὀφέλη.
Ἀλλὰ, παρ’ ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἐκμε­ταλλευτές ποὺ πιθα­νὸν κι ἀπὸ τότε νὰ ὑπῆρχαν, γενικὰ ἡ τερατολατρεία στὰ πρῶτα χρόνια της ἀνθρωπό­τητας, ἦταν γενικευμένη καὶ τὶς περισ­σότερες φο­ρὲς ἄδολη.


"Πρόοδος" συνήθως, τὸ γράφουν καὶ τὰ λεξικά, εἶναι:
Ὄχι μόνο ἡ προσέγγιση πρὸς τὸν ἐπιδιωκόμενο στόχο, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀπο­μά­κρυνση, ἡ ἀποστασιοποίηση, ἀπὸ σταθερές, παραπλανητικὲς προκαταλήψεις.
Ἢ ἡ ἀπόρριψή τους.
Ἔτσι, μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου καὶ μὲ τὴν αὔξηση τῶν ἐμπειριῶν καὶ τὴν προσθήκη γνώσεων καὶ Σκέψης καὶ Τόλμης, ἄρχισαν, σιγὰ σιγὰ πιθανὸν στὴν ἀρχὴ καὶ μὲ ἐπιταχυνόμενο ρυθμὸ ἀργότερα, νὰ χάνουν ἀπὸ τὴν αἴγλη τους καὶ τὴν ἐπιρροὴ τοὺς τὰ τέρατα.
Καὶ νὰ φοβίζουν ὁλοένα καὶ λιγότερο.
Καὶ τελικὰ νὰ παραμερίζονται καὶ νὰ περιθωριοποιοῦνται.
Ἀφήνοντας μόνο τὴν ἀνάμνησή τους στοὺς μύ­θους ποὺ ἐμπνέουν τὶς τέχνες καὶ τὴν λογοτεχνία.
Καὶ στὰ παραμύθια, μὲ τὰ ὁποῖα οἱ μεγάλοι -κακῶς- τρο­μάζουν τὰ παιδιά: «Γιὰ νὰ κάθονται φρόνιμα».
Πάντως, ὁ ὑποβιβασμός, ἢ ἡ κατάρ­γηση τῶν τεράτων, ἀποτέλεσε καὶ ἀποτελεῖ προφανῶς, πρόοδο σημα­ντική.
Ὅμως ἡ πρόοδος αὐτὴ δὲν μείωσε καὶ πολὺ τὴν ἐπίδραση στὴν ἀνθρω­πό­τητα τῶν φαντασιακῶν «ὄντων» καὶ τῶν συνακολούθων τους.
Καὶ αὐτὸ γιατί, ἤδη ἀπὸ πρίν, εἶχαν ἀντικατασταθεῖ «προοδευτικὰ» τὰ τέρατα ἀπὸ ἄλλες ἐκφράσεις καὶ μορφὲς καὶ δημιουργίες τῆς φαντα­σίας μας.
Καὶ ἀπὸ ἄλλα “ὄντα”, ἐπίσης φαντασι­ακά, ἂν καὶ λιγότερο τρομακτικά.
Ἔτσι, τὰ τέρατα ἐπικάλυψαν -πάντα στὴν Ἑλλάδα- διάφορες πανίσχυρες θηλυκὲς θεότητες.
Καθότι λέγεται ὅτι ἐπικράτησε στὰ παλιὰ ἐκεῖνα χρόνια, μία περίοδος γυναικοκρατίας, ἢ μητριαρχίας.
Πάντως, εἴτε ἐπικράτησε ἡ περίοδος αὐτή, εἴτε ὄχι.
Τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι:
Ἐμφανίστηκαν στὸ προσκήνιο τῆς ἀρ­χαίας Ἑλληνικῆς θρησκείας καὶ πί­στης, ἤδη ἀπὸ τὴν παλαιότατη ἀρχαι­ότητα: Ἡ Γαία (ἡ Μητέρα τῆς μητριαρχίας), ἡ Δίκη, ἡ Τύχη, ἡ Μοίρα, ἡ Εἱμαρμένη, καὶ βέβαια καὶ ἡ Ἀνάγκα (στὴν ὁποία καὶ οἱ Θεοὶ πεί­θονται) καὶ οἱ ἐκδικητικὲς Ἐρινύες.
Καθὼς καὶ ἄλλες θηλυκὲς ἱερὲς ὑπάρξεις.
Ὅλες αὐτές, ποὺ ὄντας Δυνάμεις -Θεὲς θηλυκές, ἦταν πιὸ ἀνθρώπινες καὶ λιγότερο τερατώδεις.
Ἀποτελώντας συνεπῶς κάποια πρό­οδο στὶς πίστεις καὶ θρησκεῖες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς.
Ἡ ἀντικατάσταση αὐτή, τῆς Βασι­λείας τῶν Τεράτων, ἀπὸ τὶς Ὑπερθέες θηλυκὲς δυνάμεις καὶ Θεότητες κρά­τησε πιθανὸν (γιατί οἱ πληροφορίες γιὰ τὶς ἀπόμακρες αὐτὲς ἐποχὲς εἶναι λίγες καὶ σκοτεινὲς) ἀρκετὰ χρόνια.
Καὶ ἄφησε μπόλικα γυναικεῖα ἀγαλ­ματίδια καὶ ἄλλα σημάδια καὶ παραδόσεις.
Ἦρθε ὅμως ἡ ἡμέρα πού, γιὰ τοὺς ἴδιους περίπου λόγους, μὲ τὰ τέρατα, πέρασαν καὶ οἱ "Κυρίες" αὐτὲς στὸ παρασκήνιο.
Καὶ ἀντικαταστάθηκαν καὶ πάλι προ­ο­δευτικὰ ἀπὸ τὸ λαμπρὸ Ἑλληνικὸ Δωδεκάθεο.
Τὸ Δωδεκάθεο, ποὺ χάρις στὸν Μέγα Ἀλέξανδρο καὶ τοὺς Ρωμαίους κυ­ρι­άρ­χησε σὲ ὅλη τὴν πολιτισμένη ἀνθρω­πότητα γιὰ αἰῶνες.
Καὶ εἶχε καὶ ἔχει (γιατί ἀκόμη ὑπάρ­χουν δωδεκαθεϊστές, μεταξὺ τῶν ὁποίων κάποιες φορὲς νομίζω καὶ ἡ ἀγαπητή μου Νάτα Μελᾶ) τεράστια καὶ καταλυτικὴ ἐπίδραση στὶς πίστεις καὶ τὶς τέχνες καὶ τὶς παραδόσεις τοῦ πο­λιτισμένου Κόσμου.
Πρόοδος ἦταν ἀσφαλῶς, συγκρινό­μενο μὲ τὰ πρίν, τὸ δωδεκάθεο γιατί εἶναι μία πολὺ πιὸ ἀνθρώπινη καὶ λογικὴ θρησκεία.
Ὅπου ὁ φόβος καὶ ἡ τρομοκρατία καὶ ἡ παράλογη καὶ ξέφρενη φαντασία, παίζει λιγότερο ρόλο.
Καθ’ ὅτι, οἱ διάφοροι θεοὶ τοῦ δωδεκαθέου, εἶχαν ὅλα τὰ ἀνθρώπινα χαρακτηρι­στικά μας.
Καὶ τὰ προτερήματά μας κι ἐλατ­τώματά μας:
Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι ἦταν ἀθάνατοι καὶ ὅταν κάποτε τὸ ἐπιθυμοῦσαν ἀόρα­τοι. Καὶ βέβαια ὑποτίθεται ὅτι ἦταν πο­λὺ πιὸ δυνατοί, καὶ ποῦ καὶ ποῦ πιὸ ἔξυπνοι, ὄχι ὅμως πάντα, ἀπὸ ἐ­μᾶς τοὺς θνητούς, ποὺ κάποτε καταφέρναμε νὰ τοὺς ξεγελᾶμε (Ὅμηρος). Ἀλλὰ καθ’ ὅλα τὰ ἄλλα ἦταν ἄνθρω­ποι -σχεδὸν- κα­νονικοί.
Ἴσως μάλιστα ὁρισμένοι ἀπὸ αὐτοὺς νὰ ἔζησαν πραγματικὰ καὶ τὸ δωδε­κάθεο νὰ περιέχει μεγάλη δόση προ­γονολατρείας.
Τὴν πρόοδο τοῦ δωδεκαθέου, ἦρθε μὲ τὸν καιρὸ καὶ μὲ τὴν πρόοδο, νὰ τὴν ἀντικαταστήσει μία ἄλλη τεράστια, κατὰ κοινή ὁμολογία, πρόοδος.
Ἡ πρόοδος τοῦ μονοθεϊσμοῦ.
Μία μορφὴ θρησκείας ποὺ ἐπι­κράτησε, ἀλλὰ καὶ ἐπικρατεῖ ἀκόμη. Καὶ κυβερνᾶ καὶ καθορίζει τὴ ζωὴ δισεκατομμυρίων ἀνθρωπίνων ἀφελῶν ἢ πονηρῶν ὑπάρ­ξεων.
Ἀποτελεῖ δὲ πρόοδο ὁ μονο­θεϊσμὸς γιὰ πολλοὺς λόγους (ποὺ δὲν εἶναι ὅλοι της στιγμῆς) ἀλλὰ καὶ γιατί εἶναι πολὺ πιὸ ἁπλὸς καὶ συγκεντρωτικὸς καὶ σύμφωνος μὲ τὴν τότε ἐπικρα-τοῦσα ὀργάνωση τῶν κοινωνιῶν.
Καὶ γιατί περιορίζει τοὺς πολλοὺς θεοὺς μὲ τὶς διάφορες καὶ πολλὲς φαντασιακὲς ἰδιότητές τους καὶ τὶς παραξενιές καὶ προτιμήσεις τους καὶ ἀνωμαλίες τους, τὶς σεξουαλικὲς καὶ ἄλλες.
Καὶ τοὺς ἀντικαθιστᾶ μὲ ἕναν πολὺ πιὸ λογικό, Πανάγαθο καὶ Φιλάνθρωπο, Σοφὸ καὶ Παντοδύ­ναμο Θεό.
Κυβερνήτη τῶν Πάντων.
Ἀντιγράφοντας ἔτσι τὸν τρόπο ὀργάνωσης καὶ διακυβέρνησης, τῶν τότε κοινωνιῶν.
Ποὺ μὲ τὶς μοναρχίες τους καὶ τὰ διά­φορα βασίλειά τους ποὺ εἶχαν Ὑπουρ­γοὺς καὶ Κυβερνῆτες καὶ στρα­τηγοὺς καὶ ἄλλους ὑποτα­κτικούς.
Οἱ ὁποῖοι μεταφέρθηκαν στὸν Οὐ­ρανό, ὡς Ἅγιοι καὶ Ἄγγελοι, καὶ Ὅσιοι καὶ Ἀρχάγγελοι - Στρατηλάτες κλπ. Γιὰ νὰ ὑπηρετοῦν τὸ βασίλειο τοῦ μοναδικοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι ἡ θρησκεία ἐνίσχυε τὴ μοναρχία καὶ ἡ μοναρχία τὸν μονοθεϊσμό.

Ἔφτασε ὅμως ἡ ὥρα ποὺ προοδευ­τικὰ ἄλλαξαν τὰ πράγματα.
Ὄχι μόνο στὸν τρόπο διακυβέρνησης τῶν πολιτῶν μὲ τὴν ἀντικατάσταση τῆς Μοναρχίας μὲ διαφόρων εἰδῶν καὶ ποιοτήτων δημοκρατίες.
Ἀλλὰ καὶ οἱ πολλοὶ καὶ διαφορετικοὶ μονοθεϊσμοὶ ἄρχισαν νὰ ξεφτᾶνε.
Καὶ νὰ χάνουν ἀπὸ τὴν δύναμη καὶ τὴν πειστικότητά τους καὶ τὴν ἀκρο­αμα­τικότητά τους.
Ἰδίως γιὰ τοὺς σκεπτόμενους ποὺ μποροῦν νὰ διακρίνουν τὶς πολλὲς ἀντιθέσεις καὶ ἀσυνέπειές τους.
Τοὺς παραλογι­σμούς τους καὶ τὶς φαντα­σιακὲς ὑπὲρ-φυσικὲς ἰδιότητές τους.
Καὶ οἱ διάφοροι μονοθεϊσμοὶ ἀντικα­θίστανται προοδευτικὰ ἀπὸ τὶς γνώσεις καὶ τὶς πίστεις καὶ τὶς θεω­ρίες τὶς φιλοσοφικές.
Καὶ ἰδίως τὶς ἐπιστημονικές.
Καὶ σαφῶς ἀνθρωποκεντρικὲς.
Καὶ πάντως λιγότερο φαντασιακὲς καὶ σουρεαλιστικές.
Τελικά, τὸ προοδευτικὸ συμπέρασμα ὅλης αὐτῆς τῆς ἱστορίας τῆς προόδου τῶν Ἑλληνικῶν, καὶ ὄχι μόνο, θρησκειῶν, εἶναι ὅτι:
Πρόοδο ἀποτελεῖ, ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ ποὺ γράφουν τὰ λεξικά: Καὶ ἡ ἀπομάκρυνση κατὰ τὸ δυνατὸν ἀπὸ τὰ κάθε εἴδους φαντασιακᾶ ὄντα.
Καὶ ὁ ὑποβιβασμός τους στὶς ἀξιολο­γήσεις μας.
Ή καὶ ἡ κατάργησή τους.
Καὶ ὅτι συνεπῶς μποροῦμε νὰ ἀναμένουμε ὅτι:
Κάποτε στὸ μέλλον: Μὲ τὴν βοήθεια τῶν ἠλεκτρονικῶν ὑπολογιστῶν μας (Η/Υ) ἢ καὶ χωρὶς αὐτήν:
Θὰ προκύψει μία μείωση τῆς ἀξίας, τῆς δύναμης καὶ τῆς σημασίας ποὺ ἔχουν ἀκόμη γιὰ τὴν γενικότερη Σκέψη μας καὶ δράση μας οἱ ἔννοιες.
Ἰδίως οἱ πανπεριληπτικές.
Ποὺ ἴσως νὰ ἀντικατασταθοῦν, ἀπὸ πιὸ πολλὲς συγκεκριμένες πληροφο­ρίες καὶ γνώσεις περιπτωσιολογικές, καὶ πραγματικές.
Καὶ ἀπὸ περιγραφὲς καὶ ἐπιση­μάνσεις, πιθανὸ-λογικὲς.

Σημειώσεις

Ἡ ἰδέα τοῦ ἑνὸς καὶ μοναδικοῦ θεοῦ εἶναι πολὺ πιὸ ἀπλὴ καὶ ἑλκυστικὴ γιὰ τὸ ἀνθρώπινο μυαλὸ καὶ τὴν πίστη μας.
Ἔτσι ἀπὸ πολὺ παλιὰ ὑπῆρξαν πολλοὶ καὶ διάφοροι μονοθεϊσμοὶ ποὺ ὁρισμέ­νοι ἀξίζουν μνείας:
α) Μονοθεϊσμὸς ἦταν -καὶ εἶναι- ὁ Ζαρατουστρικὸς μὲ τὸν Ἀχούρα-Μας­ντα. Ὅμως πολλὰ περὶ αὐτοῦ δὲν εἶναι γνωστά.
β) Μονοθεϊσμὸς ἦταν κι αὐτὸς τοῦ Ἀκε­νά­τον, ὁ Αἰγυπτιακός, ποὺ καὶ γι’ αὐτὸν δὲν γνωρίζουμε πολλά.
γ) Μονοθεϊσμὸς ἦταν πιθανότατα καὶ ὁ Ἑλληνικός τοῦ Ξενοφάνους.
δ) Μονοθεϊσμός ἦταν καὶ εἶναι ἀσφαλῶς, ὁ πατέρας ἄλλων πολλῶν κα­το­πινῶν, ὁ Ἰουδαϊκός.
Ποὺ εἶναι ἀμιγὴς καὶ σκληρότατος καὶ ἐπίμονος καὶ ἐγωιστικὸς καὶ ἐκδικητι­κὸς καὶ ἄλλα πολλὰ δυσάρεστα.
ε) Μονοθεϊσμὸς σύνθετος (ἀπὸ πολλὲς ἄλλες πίστεις καὶ φιλοσοφίες) καὶ περίπλοκος καὶ παράλογος (μὲ πλήρη περιφρόνηση γιὰ τὴ λογικὴ) καὶ εὐέλικτος εἶναι ὁ Τριαδικός.
Τὸν ὁποῖο ἀσπάζονται οἱ Ὀρθόδοξοι καὶ οἱ Καθολικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες καὶ ἄλλοι πολλοί.
Ὁ ὁποῖος ὑποστηρίζει ὅτι:
Ἕνας εἶναι μὲν ὁ Θεός, ἀλλὰ ἔχει τρεῖς ὑποστάσεις καὶ ἐκφάνσεις καὶ ἐκφρά­σεις. Ἐμφανιζόμενος καὶ ἐνεργώντας πότε ὡς «ὁ Πατὴρ» (γέρος μὲ ἄσπρα γένια).
Πότε ὡς ὁ «Υἱὸς» (νέος μὲ ξανθὰ γένια καὶ μακριὰ μαλλιά). Γεννημένος μὲ σάρκα καὶ ὀστᾶ Ἑβραῖος τῆς ἐποχῆς τῶν Ρωμαίων καὶ τοῦ Ἡρώδη, ποὺ ὑπήρξε πρὶν ἀπὸ 2014 χρόνια.
Καὶ πότε ὡς τὸ «Πνεῦμα» (εἶδος περιστεριοῦ ποὺ πετάει μὲ φτερὰ καὶ λάμπει).
Ὁ Μονοθεϊσμὸς αὐτὸς (πράγματι τριαδικὸς πολυθεϊσμός), ὁ Χριστιανικός, πιστεύει ἀκόμη καὶ λατρεύει μία Παρθένο Μαρία. Ποὺ γέννησε ἀπὸ μὴ ἀνθρώπινη, θεία σύλληψη ἕναν ἄνθρωπο, τὸν Χριστό.
Ποὺ σταυρώθηκε, πέθανε καὶ ἀνεστήθη. Πιστεύουν ἀκόμα οἱ Χριστιανοὶ καὶ ἕνα σωρὸ ἄλλα παράλογα καὶ ἀδύνατα καὶ ἀντίθετα μὲ τὴν ἀνθρώπινη λογικὴ «θαύματα», π.χ. ὅτι τὸ κρασὶ γίνεται αἷμα. Τὸ ψωμὶ γίνεται σάρκα τοῦ Χρι­στοῦ, ὄταν προσευχόμαστε κατάλληλα.
Καὶ ἄλλα ὑπερρεαλιστικὰ παράδοξα θαύματα.
στ) Ὁ Μουσουλμανικὸς Μονοθεϊσμός:
Εἶναι πιὸ ἁπλὸς καὶ ἁπλοϊκὸς καὶ πρακτικός. Ὅμως τελευταία ἔγινε πολὺ πιὸ φανατικὸς καὶ ἐπίμονος καὶ δολοφο­νικὸς «τῶν ἀπίστων».
ζ) Ὑπῆρχαν καὶ ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι μονοθεϊσμοὶ (καὶ βέβαια καὶ πολυθεϊσμοί).
Ὅμως τὰ παραπάνω παραδείγματα ἀρκοῦν γιὰ νὰ δείξουν ὅτι ὅλα αὐτὰ πηγὴ ἔχουν τὴν ἀχαλίνωτη, παράλογη ἀνθρώπινη φαντασία μας.
Καὶ ὅτι μόλις τῆς μπεῖ (λογικὸς) χαλινός, θὰ μποῦν στὸ χρονοντούλαπο τῆς Ἱστορίας.

IV. Τὰ Δεινὰ

Πάμπολλα εἶναι τὰ δεινὰ ποὺ ὑφί­στανται τὰ ζῶντα ὄντα ἀπὸ τὴν γέννησή τους (τὴν σύλληψή τους) μέχρι τὸν θάνατό τους.
Τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ ὁποία εἶναι τὰ ἐκ τῆς φύσεως προερχόμενα, ἢ τὰ “Φυσικά”.
(Ἀλλὰ, τώρα ποὺ ἡ φύση ἀντικατα-στάθηκε ἀπὸ τὴν εἰδικὴ ἐπιστή­μη τῆς Φυσικῆς, μὲ τὴν Με­γάλη - Ἔκταση, ἴσως συνεπέστερο εἶναι νὰ τὰ ἀποκα­λοῦ­με: «Μεγαλοε­κτατικά».)
Πάντως ἀπὸ τὰ λιγότερα: Τὰ ἀνθρω­πο­δημιούργητα δεινά, αὐτὰ ποὺ εἶναι ὄχι μόνο τὰ πιὸ πολλὰ ἀλλὰ καὶ τὰ πιὸ παράλογα καὶ φοβερὰ καὶ τὰ χειρότερα καὶ κυρίως ἐκεῖνα ποὺ δὲν ἔχουν πραγματικὸ λόγο ὕπαρξης καὶ θὰ μποροῦσαν εὔκολα νὰ ἀποφευ­χθοῦν, εἶναι νομίζω τὰ προ­ερχόμενα καὶ δημιουργημένα ἀπὸ τὴν Μεγάλη Παρανόησή μας.
Καὶ τοῦτο γιατί:
Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἂν καὶ ἀπὸ τὴν "Φύση" μας4 (ὅπως καὶ πολλὰ άλλα εἴδη σαρκοβόρων) εἴμαστε ἀναγκα­σμένοι γιὰ νὰ τραφοῦμε καὶ νὰ ἐπιζήσουμε, νὰ εἴμαστε αἱμοβόροι κι αἱμοσταγεῖς κρεατοφάγοι.
"Ἐν τούτοις": Ἔχουμε χάρις στὸ ἐπιπλέον ἐγκεφαλικὸ ἐπίστρωμά μας (τὸ 7ο;) τὴν δυνατότητα καὶ τὴν ἱκανότητα τῆς δημιουργίας ἠθικῆς θεωρίας καὶ συμπεριφορᾶς.
Κι ἐπιλογῶν.
Ὁ δὲ κύριος ἠθικὸς κανόνας μπορεῖ νὰ εἶναι: «Μὴν βλάπτεις ἄλλα ζῶντα ὄντα καὶ το περιβάλλον πε­ρισσότερο ἀπ’ ὅ,τι εἶναι ἀπαραίτητο γιὰ τὴν ἐπιβίωσή σου. Τὴν δική σου καὶ ἄλλων ἀπαραί­τητων, κατὰ τὴν κρίση σου καὶ ἴσως ὄχι μόνο τῆν δική σου, κι ἐπίλεκτων καὶ ἀγαπητῶν ζώντων ὄντων».
(Καὶ ὄχι τὸ «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» ποὺ περιορίζει τοὺς ἀνθρώπους καὶ μόνον.)
Ἔχει μάλιστα παρατηρηθεῖ ὅτι τὰ περισσότερα ζῶα, ἀκόμη καὶ τὰ πιὸ αἱμοβόρα, ἀποφεύγουν νὰ σκοτώνουν καὶ νὰ ὑποβάλλουν σὲ μαρτύρια καὶ νὰ καταβροχθίζουν ἄλλα τοῦ γένους τους ἢ τοῦ εἴδους τους.
Ἐξαίρεση σὲ αὐτὸν τὸν σχεδὸν
"ἠθικό" κανόνα ἀποτελεῖ τὸ ἀν­θρώ­πινο γένος.
Γιατί ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ὄντας σαδομαζοχιστές, παρόλο ποὺ πολὺ σπάνια τρῶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, συχνότατα ἀλληλοσκοτωνόμαστε καὶ ὑποβάλ-λουμε τοὺς συνανθρώπους μας σὲ φρικτὰ μαρτύρια.
Εἶναι δὲ γνωστό, ἰδίως σὲ ὅσους μελετοῦν τὴν ἀνθρώπινη ἱστο­ρία μας, ὅτι τὶς περισσότερες φορὲς γιὰ τὰ φρικτὰ αὐτὰ μαρτύρια καὶ τοὺς ἀλληλοσκοτωμούς μας:
Αἰτία, ἢ ἀφορμὴ μᾶς δίνουν:
Ἡ συμμόρφωση σὲ "ἐπιθυμίες" κι "ἐντολὲς" φαντα­σιακῶν -ἀνύπαρ­κτων πραγμα­τικὰ- "ἱερῶν" δῆθεν "ὄντων".
Γι’ αὐτὸ καὶ μποροῦμε νὰ ἰσχυρι­στοῦ­με, χωρὶς τὸν φόβο "νὰ πέσουμε πολὺ ἔξω" ὅτι:
Ἡ Μεγάλη Παραπλάνηση μᾶς εἶναι ἡ κυριότερη πηγὴ τῶν ἀνθρωποδημι-ούργητων δεινῶν μας.

Βέβαια, σήμερα πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς, ἰδίως οἱ λεγόμενοι "προοδευτικοί", νομίζουν ὅτι:
Τὰ μαρτύρια καὶ οἱ σκοτωμοί, οἱ ὀφειλόμενοι σὲ φαντασιακὰ "ὄντα" καὶ σὲ φαντασιακὲς ἰδεολογίες ἔχουν ποσοτικὰ καὶ ποσοστιαία μειωθεῖ.
Φαίνεται ὅτι οἱ "προοδευτικοὶ" αὐτοὶ περιορίζουν τὶς γνώσεις τους σὲ ἐλά­χιστες περιοχὲς τῆς Κεντρικῆς Εὐρώ­πης καὶ μόνο.
Καὶ σὲ κάποιες χριστια­νικὲς θρη-σκεῖες ποὺ τώρα πιὰ "ἔχουν βάλει νερὸ στὸ κρασί τους".
Ὅμως, ὁ Μουσουλμανικός, (καὶ ὄχι μό­νο;) Μεσαίωνας ἐξακολουθεῖ νὰ σκοτώνει καὶ νὰ κατατυραννεῖ.
Ἴσως δὲ ἀρι­θμητικὰ νὰ ὑπάρχουν περισσότερα θύματα προκαταλήψεων, λόγω καὶ τῆς γεωμετρικῆς αὔξησης τῶν ἀμόρφωτων καὶ ἀσυμμόρφωτων πλη­θυ­σμῶν.
Σημειώσεις

1) Από τὰ ἀναρίθμητα ἀνθρωπο-δημι­ούρ­γητα δεινά της ἀνθρωπότητας, καὶ ὁρισμένων ζώων, ποὺ ὀφείλονται σὲ φαντασιακὰ ἀνύπαρκτα ὄντα, καὶ σὲ δῆθεν «ἐπιθυμίες» τους ἢ "ἐντολές" τους:
θὰ βάλω ἐδῶ ὁρισμένα παραδείγματα χαρακτηριστικά: Ἀπ’ τὰ βιβλία τοῦ Γ. Παμπούκη.
α) Ὅταν κάποιος τὸν Μεσαίωνα κατη­γο­ροῦ­σε ἕνα ὂν (ἰδίως: γριὰ γυναίκα, Ἑβραῖο, ἢ γάτα κ.α.) ὅτι κάνει μαγικά, ἢ εἶναι Μάγισσα, ἢ Μάγος. Σύμφωνα μὲ τοὺς κανόνες τῆς Ἱερᾶς Ἐξέτασης, τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἐκπροσω­ποῦσε τὴν "Βούληση" καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Παντοδύναμου Μοναδικοῦ Θεοῦ καὶ Πλάστη τῶν Πάντων καὶ ἠμῶν τῶν ἀνθρώπων.
Καὶ τῆς Καθολικῆς ἐκκλησίας Του:
Ἔδεναν τὸ θύμα πισθάγκωνα καὶ τὸ ἔριχναν σὲ βαθὺ νερό, λίμνη, ἢ θάλασσα. Καὶ ἐὰν πνιγόταν ἦταν ἀθῶο.
Καὶ θὰ πήγαινε στὸν ἄλλο κόσμο μὲ ἐλπίδες αἰώνιας σωτηρίας.
Ἀν δὲν πνιγόταν, ἐπρόκειτο ἀσφαλῶς κὶ ἀποδεδειγμένα γιὰ Μάγο, ἢ Μάγισσα.
Καὶ συνεπῶς, τὸν ἔβγαζαν καὶ τὸν ἔκαι­γαν ζωντανό. Ὅπως ἦταν ἡ εἰκαζόμενη (ἢ ἡ μαγικὰ ἐκδηλωμένη στὸν Πάπα) ἐπιθυμία τοῦ Κυρίου.
Ὁ δὲ καιγόμενος Μάγος εἶχε τὸ πλεονέκτημα, λόγω τῆς πυρᾶς, νὰ ἔχει ἡ ψυχή του περισσότερες πιθανότητες νὰ πάει στὸ Καθαρτήριο μὲ τὴν ἐλπίδα κάποτε νὰ σωθεῖ.
Πράγμα ποὺ ἔδειχνε τὴν "μεγαλοψυχία, καλοσύνη καὶ φιλανθρωπία" τῶν Ἱερο­εξεταστῶν.

β) Πολλὰ χρόνια μετὰ τὸν Μεσαίωνα:
Ὁ Γάλλος Βασιλεὺς Λουδοβίκος ὁ 14ος.
Ἄνθρωπος μορφωμένος καὶ συνετός.
Καὶ ὑπόδειγμα, γιὰ ὅλους τους μέχρι τότε καὶ τώρα Βασιλεῖς.
Στὰ στερνά του βίου του, (ἀπὸ φόβο τῆς Κόλασης;), πείσθηκε ἀπὸ τὴν γυναίκα του, τὴν Mme de Maintenon (La Veuve Scarron) καὶ ἀπὸ τὸν Ἰησουΐτη ἐξομολο­γητή του, Lachaise, ὅτι:
"Ἦταν ἐπιθυμία τοῦ Κυρίου".
Νὰ ἀνακαλέσει τὸ "Ἔδικτο τῆς Νάντης" (τοῦ Ἐρρίκου τοῦ Δ΄) ποὺ ἐξασφάλιζε τὴν ἐλευθερία τῆς πίστης τῶν διαφορε­τικῶν θρησκειῶν.
Πράγμα ποὺ ἔκανε:
Μὲ ἀποτέλεσμα αὐτὸς ποὺ τόσο τὴν ἀγαποῦσε καὶ φρόντιζε τὴν Γαλλία, νὰ τὴν καταστρέψει οἰκονομικὰ καὶ ὄχι μόνο.
Γιατί, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν σφαγὴ ἑνὸς μεγάλου μέρους τοῦ πληθυσμοῦ της.
Ἡ ἀναχώρηση τῶν προτεσταντῶν καὶ τῶν Ἑβραίων, τῶν πιὸ ἐργατικῶν καὶ προο­δευ­τικῶν κατοίκων της, ἐξασφάλι-σε στὶς Κάτω Χῶρες, ἀλλὰ ἰδίως στὴν Ἀγγλία, τὴν εὐμάρεια καὶ τὴν παγκό­σμια κυριαρχία.

2) Ἡ μέχρι τώρα Ἰστορία μας (καὶ τα βιβλία τοῦ Γιώργου Παμπούκη) ἔχει τόσα πολλὰ παραδείγματα εγκληματικῶν θρησκευτικῶν, καὶ ὄχι μόνο πολέμων.
Καὶ τῶν ἀπάνθρωπων συνεπειῶν τους ποὺ ἔγιναν -καὶ γίνονται- μὲ ἐντολές "ἀνύπαρκτων" φαντασιακῶν "ὄντων".
Ἢ γιὰ τὴν ὑπεράσπιση φανατικῶν, καταστροφικῶν ἰδεολογιῶν καὶ -ισμῶν. Ποὺ περισσεύουν ἄλλα παραδείγματα.

3) Ἀξίζει ἐδὼ νὰ παρατηρηθεῖ ὅτι:
Ὅσο σὲ πιὸ ἀνύπαρκτα καὶ φαντασιακὰ "ὄντα" βασίζεται μιὰ θεωρία ἢ πίστη, τόσο πιὸ πολλοὺς φανατικοὺς ὀπαδοὺς ἀποκτᾶ καὶ ἔχει.
Ἡ φαντασία μας εἶναι συχνότατα (πάντα;) πιὸ ἐπίμονη καὶ δυνατὴ ἀπὸ τὴν σκληρὴ πραγματικότητα.
Καὶ κάποτε μᾶς καταστρέφει.
V. Οι Ἕλληνες

Ἡ εὐθύνη τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων γιὰ πολλὲς ἀπὸ τὶς παραπλανήσεις μας καὶ γιὰ τὴ Μεγάλη Παραπλάνησή μας, καὶ συνεπῶς καὶ γιὰ πολλὰ ἀπὸ τὰ παλαιὰ καὶ τωρινὰ ἀνθρωποδη­μι­ούργητα δεινά μας εἶναι πιστεύω μεγάλη.
Καὶ τοῦτο γιατί:
ἐνῶ ἦταν σχεδὸν οἱ μόνοι ποὺ εἶχαν καὶ τὸ ἀπαραίτητο μυαλὸ καὶ τὴν διαθεσιμότητα, λόγῳ τῶν δούλων καὶ τῶν γυναικῶν ποὺ εἶχαν ἀναλάβει τὴν φροντίδα "τῶν πρὸς το ζεῖν", καὶ τὴν ἀνάλογη ἐκπαίδευση καὶ τὸ σχετικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὰ θέματα αὐτά, γιὰ τὰ ὁποία ἐξ ἀρχῆς καὶ ἐξ Ἀρχῆς εἶχαν κάνει τὴν καλὴ Ἀρχὴ μὲ τοὺς φυσικοὺς καὶ ὑλιστὲς = τοὺς προ­σωκρατικούς, ἢ προπλα­τωνικοὺς στοχαστὲς. Kαὶ μποροῦσαν νὰ ἀπο­φύγουν τὶς περισ­σό­τερες ἀπὸ τὶς σημαντικότε­ρες προκαταλήψεις μας:
Τελικὰ δὲν τὸ ἔκαναν.
Πράγμα, ποὺ ἂν τὸ εἶχαν κάνει, πολλὰ ἀπὸ τὰ περιττά δεινά της ἀνθρωπότητας θὰ εἶχαν ἀποφευχθεῖ.
Στὴν περίπτωση δὲ τῆς Μεγάλης - Παραπλάνησής μας, ὄχι μόνο παρέ­λειψαν τὴν διάκριση τῶν ὄντων σὲ πραγματικὰ καὶ φαντασιακά, ἀλλὰ χειροτέρεψαν τὴν κατάσταση, δίνο­ντας μεγαλύτερη ἀξία, ὕπαρξη καὶ σημασία στὰ ἀνύπαρκτα "ὄντα".
Καὶ στὶς φαντασιακὲς "ὑπάρξεις" καὶ "καταστάσεις" καὶ "περιστάσεις" καὶ στὰ φαντασιακὰ "πράγματα" καὶ "γεγονότα".
Μάλιστα: ἡ αἴγλη καὶ ἡ ἐπιβολὴ τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων στὰ ζητήματα αὐ­τὰ τὰ στοχαστικὰ καὶ φιλοσοφικὰ
-δικαίως- ἦταν τέτοια ποὺ οἱ κατοπινοί τους -δυστυ­χῶς- δὲν μπόρεσαν (γιὰ λόγους ποὺ δὲν εἶναι τοῦ παρόντος) καὶ κυρίως δὲν τόλ­μησαν νὰ τοὺς ἀντιταχθοῦν.
Ή καὶ νὰ τοὺς διαψεύσουν.
Κι ἔτσι πολλὲς ἀπὸ τὶς παλαιὲς προ­λήψεις τῆς ἀνθρωπότητας, προ­καταλήψεις καὶ παραπλανήσεις καὶ ἡ Μεγάλη-Παραπλάνησή μας, παρέμει­ναν νά μᾶς, στραβά, καθοδηγοῦν.
Καὶ συχνὰ ταλαιπωροῦν.
Ἡ δὲ εὐθύνη τοῦ Πλάτωνα γιὰ τὴν Μεγάλη-Παραπλάνησή μας, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλες προκαταλήψεις μας, ὑπῆ­ρξε, νομίζω καταλυτική.
Γιατί ἡ προσωπικότητά του καὶ ἡ ἐπιβολὴ τοῦ ἦταν τέτοια ποὺ οὔτε ὁ Ἀριστοτέλης, παρόλο ποὺ κόντεψε δὲν μπόρεσε νὰ τοῦ ἀντιταχθεῖ ἢ νὰ τὸν διαψεύσει ξεκάθαρα στὸ θέμα αὐτὸ ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλα.
Ὅσο δὲ γιὰ τοὺς κατοπινούς του φι­λοσόφους, ἢ καὶ εἰδικοὺς στοχαστές, καλύτερα νὰ μὴν μιλᾶμε.
Αὐτὸ μάλι­στα ποὺ ἔκανε ὁ Πλάτων, τὸ Μέγα-Λάθος, ἦταν νὰ γράψει καὶ νὰ ὑποστηρίξει μὲ τρανταχτὰ ἐπιχει­ρήματα ὅτι τὰ πραγματικὰ ὄντα καὶ πράγματα καὶ ἀντικείμενα καὶ οἱ πραγματικὲς, κα­ταστάσεις εἶναι κακὰ ἀντίτυπα καὶ ἀντίγραφα τῶν φαντα­σιακῶν. Δηλαδὴ τῶν Ἰδεῶν.
Ποὺ εἶναι οἱ μόνες ποὺ ἔχουν πραγ­μα­τικὴ ἀξία, δύναμη καὶ σημα­σία καὶ ὕπαρξη αἰώνια.
Ἐνῶ τὰ πραγματικὰ εἶναι προσωρινὰ καὶ μετα­βλητὰ καὶ μεταβαλλόμενα. Δη­λα­δὴ πολὺ μικρότερης ἀξίας, ὑ­πάρ­ξεως καὶ σημασίας καὶ διάρκειας.
Καὶ βέβαια οἱ διαφόρων βαθμῶν καὶ ἐποχῶν καὶ θρησκειῶν ἱερωμένοι δὲν εἶχαν κανένα συμφέρον νὰ ὑποβιβά­σουν, ἢ καὶ νὰ ὑποτιμήσουν τὰ φα­ντα­σιακὰ ὄντα. Kαὶ να μην ὑποστη­ρίξουν τὶς ἀπόψεις τοῦ Πλάτωνα.
Ἀντίθετα μάλιστα, εἶχαν κάθε συμ­φέρον νὰ ὑπερτιμήσουν τὰ φαντα­σιακὰ ὄντα καὶ νὰ τὰ προβάλ­λουν καὶ μεγαλοποιοῦν.
Ὅσο γιὰ τοὺς πιστούς; Αὐτοὶ τρομο­κρατημένοι ἀπὸ τὰ φοβερὰ παραμύ­θια τῶν προπατορικῶν ἁμαρτημάτων καὶ τῶν κολάσεων μὲ τὰ βράζοντα καζάνια καὶ τὶς φωτιὲς καὶ τοὺς δια­βόλους μὲ τὶς τρίαινες καὶ τὰ πηρού­νια καὶ τὰ κέρατα καὶ τὶς οὐρές.
Καὶ ἐλπίζοντας στὴν συγχώρεση καὶ τὸν παράδεισο μὲ ὅλα τὰ καλά:
Ἀνέβαζαν τὰ φαντασιακὰ ἱερὰ ὄντα "στὰ οὐράνια".
Καὶ ὑπάκουαν τὶς ἐντολὲς τῶν δῆθεν ἐντολοδόχων τοὺς τυφλὰ:
"Πίστευε καὶ μὴ ἐρεύνα".
Ἔτσι, ὅσο περνοῦσαν τὰ χρόνια μετὰ τὸ δωδεκάθεο τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καὶ τῶν Ρωμαίων καὶ τοῦ Μεγάλου Ἀλέξανδρου καὶ τῶν Ἑλληνιστικῶν χρόνων, καὶ ἀφοῦ ἐπεκράτησε ὁ Μονο­θε­ϊσμὸς, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὶς βάρβαρες φυλὲς τῶν ἔξω-Μεσο­γειακῶν λαῶν.
Κάθε πραγματικὴ πρόοδος ἀνετράπη.
Κι ἐπεκρά­τησε ὁ σκληρὸς καὶ ἀπάν­θρω­πος καὶ καταστρεπτικός του κλα­σικοῦ κάλ­λους καὶ τῆς φιλαν­θρωπίας καὶ τοῦ ἀνθρωπισμοῦ: Δυτικὸς Με­σαί­ωνας.
Ἀποδεικνύοντας ὅτι ὁ Μονοθεϊσμὸς ποὺ ἀρχικὰ ἀποτελοῦσε κάποια πρό­οδο, μποροῦσε σὲ συνδυασμὸ μὲ τὰ βαρβαρικὰ φύλα ποὺ ἐπικράτησαν καὶ ἄλλες εἰδικές, οἰκονομικὲς καὶ ἄλλες, συνθῆκες νὰ μεταπέσει στὸν πιὸ παράφρονα, φαντασιακὸ, ξέφρενο σκοταδι­σμό.
Καταδικάζοντας τὴν σάρκα καὶ κάθε ἐλευθερία σκέψης καὶ χαρά.
Ἐν ὀνόματι ἐντολῶν τοῦ ἀνύπαρ­κτου, φαντασιακοῦ, μοναδικοῦ Θεοῦ.

Βέβαια, πολλὲς ἀπὸ τὶς παραπάνω ἐξελίξεις δὲν μποροῦν καὶ δὲν πρέπει νὰ καταλογιστοῦν στὸ παθητικὸ μόνο τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων.
Ὅμως αὐτὸ δὲν ἀλλάζει τὸ γεγονὸς ὅτι ἂν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἐνῶ τὸ μπο­ροῦ­σαν καὶ εἶχαν κάνει τὴν ἀρχὴ -καὶ τὴν Ἀρχὴ- μὲ τοὺς προσωκρατι­κούς, δὲν ἄλλαζαν πορεία (=Σκέψη) μὲ τὸν Παρμενίδη, τὸν Πλάτωνα καὶ τοὺς κατοπινούς τους.
Καὶ εἶχαν κρατήσει τὴν ἀρχικὴ σωστὴ κα­τεύθυνση, τότε πολλὰ ἀπὸ τὰ δεινά της, τότε καὶ τῆς κατοπινῆς ἀνθρω­πό­τητας θὰ εἶχαν ἀποφευχθεῖ.
Πλὴν ὅμως, οἱ παραλείψεις αὐτὲς τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων (ἴσως οἱ ἠθελη­μέ­νες) καὶ ἡ εὐθύνη τους γιὰ πολλὲς ἀπὸ τὶς προκαταλήψεις μας καὶ γιὰ τὴν Μεγάλη-Παραπλάνησή μας καὶ τὶς ἄλλες, δὲν μπορεῖ καὶ δὲν πρέπει νὰ συσκοτίσει τὸ καταπλη­κτικὸ μο­να­δικὸ Ἑλληνικὸ Θαῦμα.
Τὸ ὅτι δηλαδή:
Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἐφτίαξαν γιὰ λόγους ποὺ ἀπαιτοῦν πολλὰ βιβλία, ἕναν καταπληκτικὸ καὶ ἀνεπανά­ληπτο (δυστυχῶς μέχρι σή­μερα) πολιτισμό.
Καὶ ἄνοιξαν δρόμους καὶ τρόπους σκέψης σημαντικοὺς καὶ κριτικούς, ἀποκαλυπτικούς.
Προκαλώντας μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν
-δίκαια- τὸν θαυμασμὸ καὶ τὴν εὐ­γνω­μο­σύνη τῶν ἄλλων ἐποχῶν καὶ λαῶν.
Πράγμα ποὺ συνέβαλλε καὶ συμβάλ­λει στὴν σωτηρία αὐτῶν ποὺ ἐξακο­λουθοῦν μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια νὰ μιλοῦν καὶ νὰ γράφουν (Ζήτω!) μὲ τὰ ἴδια γράμματα, μία γλώσσα ποὺ εἶναι πολὺ συγγενὴς -περισσότερο ἀπὸ ὅτι γενικὰ νομίζεται- μὲ τὴν ἀρχαία Ἑλληνική.

Σημειώσεις
1) Τὸ ἁμάρτημα τοῦ Πλάτωνα τῆς ὑποτίμησης τῆς πραγματικότητας καὶ τῶν πραγματικῶν ὄντων, γιὰ χάρη τῆς φαντασίας καὶ τῆς προβολῆς ἀνύπαρ­κτων πραγματικὰ "ὄντων". Στὸ ὁποῖο ἴσως τὸν παρέσυρε ὁ θαυμασμός του καὶ ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸν μέγα καὶ κατ’ αὐτὸν, Παρμενίδη:
Δὲν εἶναι τὸ μοναδικό.
Ὑπέπεσε καὶ σὲ πολλὰ ἄλλα (βλέπε καὶ 7η ἐπιστολή του). Ἀπὸ τὰ ὁποία γιὰ τὸ ἐδῶ γραπτὸ θὰ ἀναφέρω μόνον ἕνα σχετικὸ μὲ τὰ ἐδῶ καὶ χαρακτηριστικό:
Τὸ ὅτι ἔβαλε ὅλες τὶς ἀρχὲς κι Ἀρετὲς ἀπὸ τὴ μια, τὴν καλὴ μεριά, συνδυαστικὰ καὶ γιὰ πάντα.
Καὶ ὅλες τὶς κακίες συλλήβδην ἀπὸ τὴν ἄλλη, στὴν ἀπέναντί τους περιοχή.
Ἔτσι: Μὲ τὰ γραφτὰ τοῦ ἔδωσε τὴν ἐντύπωση, ἢ μᾶλλον πρόβαλλε ὅτι:
Ἐφόσον ὅλες οἱ Ἀρετὲς εἶναι καλὲς = Συγκεκριμένα προϊόντα της Ὑπέρτατης ἰδέας τοῦ Καλοῦ.
Στὴ γενικὴ κατηγορία καὶ ἔννοια τοῦ ὁποίου ὑπάγονται. Καὶ μὲ τὴν ὁποία συγγενεύουν καὶ ὁμοιάζουν.
(Καὶ ὅλες οἱ κακίες τοῦ Κακοῦ.)
Συνεπῶς -καὶ λογικὰ- κατὰ κάποιο τρόπο θὰ ταυτίζονται καὶ θὰ συνάδουν καὶ θὰ συνεργάζονται καὶ θὰ συμπίπτουν.
Γιὰ αὐτὸ καὶ στοὺς διαλόγους τοῦ βρίσκουμε συχνὰ τὸν Σωκράτη νὰ λέει:
«Ἐφόσον εἶναι Καλὸς δὲν θὰ εἶναι καὶ Δίκαιος;».
Κι «Ἐφόσον εἶναι Δίκαιος δὲν θὰ εἶναι καί Μεγαλόψυχος; κ.λ.π.»
Καὶ τὸ ἴδιο κάνει -ἂν καὶ λιγότερο ρητὰ- μὲ τὶς κακίες. Π.χ. Εφ’ ὅσον εἶναι δειλὸς, δὲν θὰ εἶναι καὶ χαιρέκακος;
Ὅμως ἐνῶ αὐτὰ στέκουν καὶ εἶναι ἀπὸ μία ἄποψη -φαινομενικά;- λογικά.
Δὲν εἶναι πραγματικά. Δὲν παρουσιάζονται ἔτσι στὴν πραγματικότητα.
Γιατί πολλὲς εἶναι οἱ φορὲς -οἱ περισσότερες;- ποὺ ἡ μία κατηγορία καὶ ἔννοια καὶ Ἀρετὴ ἀντιτίθεται καὶ καταπολεμᾶ τὴν ἄλλη.
Καὶ ἂς προσπαθοῦν οἱ ὄψιμοι ὀπαδοὶ τοῦ Πλάτωνα καὶ οἱ πολιτικοὶ καὶ πολλοὶ δημοσιογράφοι νὰ μᾶς πείσουν γιὰ τὸ ἀντίθετο.
Φτιάχνοντας ἀδόκιμες συνθέσεις.
Εἶναι ἑπομένως φανερὸ ὅτι:
Συχνότατα ἡ μία Ἀρετὴ (ἡ Ἰδέα, ἡ ἔννοια, ἰδίως ἡ πανπεριληπτικὴ) ὄχι μόνο δὲν συνάδει ἀναγκαστικὰ καὶ λογικὰ πρὸς τὴν ἄλλη ἀλλὰ καὶ κάποτε τὴν καταπολεμᾶ.
Καὶ ὅτι ἡ Πλατωνικὴ λογικὴ δὲν συμπίπτει μὲ τὴν πραγματικότητα.
Ἢ, ἡ πραγματικότητα δὲν εἶναι πάντα λογική.
Ὅπως ἔγραψε καὶ ὁ Χέγκελ.
Ἀλλὰ, ἐνῶ ἐκεῖνος εἶπε:
«…στὴν περίπτωση αὐτὴ τόσο τὸ χειρότερο γιὰ τὴν πραγματικότητα.»
Ἀλήθεια, εἶναι καὶ πιὸ πραγματικό καὶ ταυτολογικὸ τὸ:
«…τόσο τὸ χειρότερο γιὰ τὴν λογική.»
(ποὺ πιστεύω κι εγώ).
Βέβαια τὸ πότε εἶναι καλύτερο κάποιος νὰ εἶναι περισσότερο Καλός, ἢ Δίκαιος, ἢ Φιλελεύθερος, ἢ Παραγωγικός, ἢ Σπάταλος, ἢ Οἰκονόμος (=τσιγκούνης), ἢ γενναῖος καὶ παράτολμος, ἢ συνετὸς καὶ προσεκτικός, κλπ.
Εἶναι πρόβλημα πρακτικὸ καὶ συγκεκριμένο.
Ποὺ πρέπει νὰ ἀντιμετωπιστεῖ ἀνάλογα μὲ τὶς ἐπικρατοῦσες κάθε φορᾶ εἰδικὲς συνθῆκες καὶ τὸ περιβάλλον.
Πάντως τὰ μεγάλα λάθη τοῦ Πλάτωνος, δὲν μποροῦν -γιὰ νὰ εἴμαστε δίκαιοι- νὰ μειώσουν τὸ μεγαλεῖο του, ποὺ γιὰ πολλὰ ἀκόμη χρόνια θὰ μᾶς καθοδηγεῖ.
Οὔτε πρέπει νὰ μᾶς κάνουν νὰ ξεχνᾶμε τοὺς πάμπολλους δρόμους ποὺ ἄνοιξε καὶ ἔστρωσε γιὰ τὴν Σημαντικὴ Σκέψη.

2) Γιὰ νὰ ἐξηγηθεῖ τὸ Ἑλληνικὸ θαῦμα πολλὲς θεωρίες καὶ πολλὰ βιβλία ἔχουν γραφεῖ.
Ἄλλα, ὑποστηρίζουν περισσότερο τὸ περιβάλλον μας καὶ ἄλλα τὸ DNA καὶ ὅλα τὸν συνδυασμό τους καὶ ἄλλα, ἄλλα. (Τὸ κλίμα, τὴν ἐποχή, τὴν θάλασσα, τὸ ἐμπόριο κλπ.)
Ἐδῶ θὰ προσθέσω μία τμηματικὴ ἐξήγηση = ὑπόθεση, ποὺ θεωρῶ ἐν­διαφέρουσα καὶ ἄξια περαιτέρω διερεύνησης.
Μία προσπάθεια νὰ ἐξηγηθεῖ ἡ φιλοσο­φικὴ καὶ ὄχι μόνο, κριτικὴ παράδοση:
Τὸν γιὰ ἔξι μῆνες καθηγητή μου, Κὰρλ Πόππερ, δὲν σεβόμουν πολύ.
Ἔτυχε νὰ τὸν γνωρίσω τὴν ἐποχὴ πού, ὄντας νεοαφιχθεῖς, τὸν εἶχαν στριμώξει σὲ μία ὑπόγεια αἴθουσα τοῦ L.S.E. (London School of Economics) καὶ δὲν τὸν θεωροῦσαν, ὅπως ἀργότερα, σημαντικό.
Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ τὰ Ἀγγλικά μου ἦταν πολὺ ἐλλιπῆ. Καὶ δυστυχῶς τοῦ Πόππερ τὰ Γερμανοαγγλικὰ χειρότερα.
Ἔτσι μετὰ ἔξι μῆνες (κακῶς) τὸν ἐγκατέ­λειψα, επιλέγοντας ἄλλο προαιρετικὸ μάθημα.
Ἐπίσης, ἡ γνώμη μου γιὰ τὸν Θαλὴ (ἴσως καὶ πάλι κακῶς) ἦταν κακή.
Γνώριζα ὅτι τὰ μόνα σωζόμενα ἀποσπά­σματά του ἦταν τὸ “Πάντα γέμει θεών”.
Καὶ ἕνα ἄλλο ποὺ ὑποστήριζε ὅτι: Ἡ Γῆ κολυμπάει σὰν κούτσουρο στὸ νερό.
Δὲν τοῦ εἶχα μεγάλο θαυμασμό, παρόλο ποὺ οἱ εἰδικοὶ λένε ὅτι ἀπὸ αὐτὸν ξεκίνη­σε ἡ Ἑλληνικὴ καὶ ὄχι μόνο φιλοσοφία.
Ὅμως πρόσφατα διάβασα ἕνα κείμενο τοῦ Πόππερ καὶ μία ὑπόθεσή του γιὰ τὸν Θαλὴ ποὺ μὲ ἔκανε νὰ ἀλλάξω γνώμη καὶ γιὰ τοὺς δύο τους.
Ὑποστηρίζει δὲ ὁ Πόππερ ὅτι: ὁ Θαλὴς ὄντας δάσκαλος τοῦ Ἀναξίμανδρου:
Ἀντὶ νὰ κάνει ὅπως ἄλλοι ἀρχηγοὶ θρησκειῶν καὶ φιλοσοφιῶν (τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Βούδα, τοῦ Μωάμεθ καὶ ὅλων τῶν ἄλλων περιλαμβανομένων) καὶ κομμάτων καὶ σχολῶν κλπ, ποὺ προέτρεπαν τοὺς ὀπαδοὺς τους νὰ τοὺς ακολουθούν και νὰ τοὺς μιμοῦνται:
Αυτὸς τὸν ἔπεισε νὰ τοῦ ἀντιταχθεῖ καὶ νὰ τὸν διορθώνει καὶ νὰ τοῦ ἀντιλέγει.
Καὶ νὰ προσπαθήσει νὰ διορθώνει τὸν δάσκαλο καὶ καθοδηγητή του.
Ἐγκαινιάζοντας μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο: τὴν κριτικὴ Ἑλληνικὴ -καὶ ὄχι μόνο- φιλοσοφία.
Καὶ τὴν κριτικὴ Σκέψη γενικά.
Καὶ συμβάλλοντας ἔτσι οὐσιαστικὰ στὸ Ἑλληνικὸ Θαῦμα.
Ἡ ἀξιολόγησή μου τῆς ὑπόθεσης αὐτῆς τοῦ Πόππερ, ἐξηγεῖ τὰ “κακώς” ποὺ ἔγραψα παραπάνω.


VI. Λέξεις νοήματα, ἔννοιες

Κραυγὲς (γαυγίσματα, νιαουρίσματα) καὶ φθόγγους πολλὰ ζῶα ἐκβάλλουν, πότε γιὰ νὰ ἐκφράσουν συναισθήματα –πόνο, χαρά, δίψα, πείνα κ.α.
(Ἡ γάτα μας ὅταν πεινάει ἔρχεται καὶ μᾶς τὸ λέει = νιαουρίζει χαρακτηριστικά.)
Καὶ πότε γιὰ νὰ εἰδοποιήσουν γιὰ κίνδυνο.
Ἔχουν δηλαδὴ καὶ τὰ ἄλλα ζῶα, ἐκτὸς ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους, τὴν ἀνάγκη καὶ τὴν ἱκανότητα ἔκφρασης καὶ ἐπικοινωνίας.
Ἰδίως ὅσα ζοῦν σὲ ἀγέλες. Τὸ κακὸ εἶναι ὅτι οἱ ἐγκέφα­λοι καὶ ἡ λειτουργία τους, πολλῶν πλούσιων ἐγκεφαλικὰ ζώων (πιθήκων, ἐλεφάντων, φαλαινῶν, δελφι-νιῶν) δὲν ἔχουν ἐπαρκῶς μελετηθεῖ. Ἀλλὰ καὶ τοὺς τῶν ἀνθρώπων τώρα ἀρχίσαμε κάπως περισσότερο καὶ καλύτερα νὰ τοὺς μελετᾶμε.
Πάντως ἐμεῖς οἱ θνητοί, ἐκ κατά­σκευῆς, ἀλλὰ καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια προσπαθειῶν καταφέραμε νὰ φτιάξουμε καλύτερα καὶ πολυπλοκότερα συστήματα ἐπικοινωνίας καὶ διατήρησης τῆς μνήμης καὶ φτιάξαμε τὶς λέξεις.
Οἱ λέξεις εἶναι ἐπιλογὲς καὶ συνδυ-ασμοὶ φθόγγων ποὺ χαρακτηρίζουν (=ἐπαναλαμβάνουν) ὁρισμένες συγκεκριμένες καταστάσεις καὶ πρόσωπα καὶ ἀντὶ-κείμενα.
Οἱ παλαιοὶ πρόγονοί μας ἦταν, φαίνεται, τόσο ἐνθουσιασμένοι ἀπὸ τὸ ἐπίτευγμά τους αὐτό, ὥστε ὄντας Μάγοι τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, ἔδωσαν στὶς λέξεις καὶ κυρίως στὶς ὀνομασίες μεγάλη μαγικὴ δύναμη.
Καὶ τελικὰ πίστεψαν -κακῶς- ὅτι:
Ὅποιος γνωρίζει τὴν λέξη, ἢ τὸ ὄνομα ἑνὸς προσώπου ἢ ἀντικει-μένου, τὸ κυριαρχεῖ.
Καὶ ὅτι ἀκόμη καὶ μία κατάσταση μπορεῖ νὰ ἐλεγχθεῖ, ἂν μπορέσουμε νὰ τὴν ὁρίσουμε = χαρακτηρίσουμε μὲ ἕνα ὄνομα. Ἢ μὲ ἕναν ὁρισμό.
Ἀκόμη πίστευαν ὅτι τὰ ὀνόματα εἶναι μέρος τῆς ὑπόστασης τῶν ὄντων, δηλαδὴ τῆς οὐσίας τους.
(Πράγμα ποὺ νομίζω ὅτι:
Καὶ σήμερα πολλοὶ πολιτικοὶ καὶ δημοσιογράφοι τὸ πιστεύουν.)
Ἀργότερα, πολὺ ἀργότερα, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι καταφέραμε κι ἕνα ἄλλο σημαντικότατο μνημονιακὸ – τεχνικὸ ἐπίτευγμα:
Φτιάξαμε τὶς γραφές.
Χάρη στὶς ὁποῖες καὶ μὲ τὶς ὀποίες, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι μποροῦμε νὰ ἐπικοινωνοῦμε καλύτερα καὶ περισσότερο, διατηροῦμε τὶς γνώσεις μας γιὰ πολλὰ πολλὰ χρόνια.
Καὶ τὶς ἐπεκτείνουμε καὶ προεκτείνουμε πολλαπλὰ καὶ οὐσιαστικά.
Ἐδῶ ἀξίζει νὰ παρατηρηθεῖ ὅτι:
Οἱ λέξεις ἀλλάζουν -νοήματα- μὲ τὸν καιρὸ καὶ ἀνάλογα μὲ τὶς ἐποχὲς καὶ τὶς καταστάσεις καὶ συνθῆκες.
Ἐνῶ οἱ ἔννοιες, ἰδίως οἱ πανπεριληπτικές ὄχι, μένοντας πιστὲς στὸν ὁρισμό τους.
Τὸ “καλός” γιὰ τὸν ἀρχαῖο Ἕλληνα σήμαινε ὡραῖος.
Καὶ τὸ “ἀγαθός”, ποὺ τότε ἦταν τὸ σημερινὸ “καλός”, μᾶς εἰδοποιεῖ ὅτι πρόκειται γιὰ διανοητικὰ καθυστερημένο.
Ἀντίθετα οἱ ἔννοιες Σὺν-Πᾶν καὶ Ὕπαρξη (ὅπως ὑποστηρίζει καὶ ὁ Παρμενίδης) πάντοτε θὰ σημαίνουν γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους, αὐτὸ ποὺ ἀρχικὰ ὁρίσαμε νὰ σημαίνουν (=θὰ παραμένουν αμετάβλητες).
Αὐτὰ τὰ ἔγραψα γιὰ νὰ καταλήξω στὸ ὅτι:
Ἡ λέξη “χρόνος” (ἢ χῶρος κλπ) μπορεῖ πότε -ἀνάλογα μὲ τὰ συμφραζόμενα- καὶ τὶς περιστάσεις- νὰ σημαίνει (νὰ θέλει νὰ ἐκφράσει = ὑπενθυμίσει) ἕνα συγκεκριμένο = ὁρισμένο, (ἔστω καὶ στὸ περίπου) χρονικὸ διάστημα ἢ μέγεθος.
Π.χ. μέρα, ἢ ἔτος = "χρόνος".
Καὶ πότε νὰ προβάλει τὴν γενικὴ καὶ ἀόριστη ἔννοια τοῦ χρόνου.
Καὶ ὅτι: Τὸ πότε πρόκειται γιὰ τὸ ἕνα, ἢ τὸ ἄλλο κάποτε -συχνὰ- παίζει μεγάλο ρόλο γιὰ τὴν κατανόησή μας.
Δυστυχὼς, οἱ περισσότεροι φυσικοὶ δὲν φαίνεται νὰ ἔχουν μπορέσει νὰ διακρίνουν = ξεχωρίσουν τὸ πότε αὐτὸ ποὺ ἀναφέρουν, ἢ γράφουν εἶναι ἔννοια (=μὴ μεταβαλλόμενη, φαντασιακή).
Καὶ πότε πρόκειται γιὰ συγκεκριμένο ὑπαρκτό, καταμετρήσιμο μέγεθος, ἢ γεγονός.
Μπερδευόμενοι & μπερδεύοντάς μας.
Σημειώσεις
1) Ἡ ἴδια λέξη (π.χ. «μάζα», «χῶρος», «χρόνος», κ.α.) μπορεῖ, ὅταν δὲν καθορίζεται σαφέστερα νὰ σημαίνει:
Κάποια ἔννοια, ἢ ἔννοιες, γενικὰ καὶ ἀόριστα. Δηλαδὴ «δημιουργήματα» τῆς φαντασίας μας, ἀπὸ μνῆμες, παρατηρήσεων συγκεκριμένων, ὄντων, ἢ καταστάσεων, ἢ γεγονότων.
Καὶ ἡ ἴδια, νὰ ἐκφράζει συγκεκριμένα, πραγματικὰ ὄντα, ἢ γεγονότα καὶ τὰ μεγέθη τους.
Π.χ. ὁ χῶρος τοῦ δωματίου μου.
Ἢ ὁ χῶρος ὡς ἔννοια γενικά.
Τὸ πότε μία λέξη σημαίνει τὸ ἕνα ἢ τὸ ἄλλο συχνὰ ἐννοεῖται ἀπὸ τὰ συμφραζόμενα καὶ κάποτε δὲν παίζει ρόλο (δὲν ἔχει σημασία).
Ἢ μπορεῖ νὰ συμπίπτουν.
Ὑπάρχουν ὅμως περιπτώσεις ποὺ τὸ τί ἀπὸ τὰ δύο σημαίνει μία λέξη ἔχει σημασία. Καὶ κάποτε σημαντική.

2) Πολλὲς ἀπὸ τὶς παραπλανήσεις, διαφωνίες καὶ .ἄσκοπες καὶ ἄχρηστες συζητήσεις, ὀφείλονται στὸ ὅτι ἡ ἴδια λέξη, για διαφορετικοὺς ἀνθρώπους, ἢ καὶ γιὰ τοὺς ἴδιους, ὑπὸ διαφορετικὲς συνθῆκες, ὀνομάζουν διαφορετικὰ ὄντα ἢ διαφορετικὲς καταστάσεις. Ἢ ἔχουν διαφορετικὸ περιεχόμενο.
Ἢ ὁρίζονται καὶ προσδιορίζονται διαφορετικά.
Καὶ πολὺ συχνὰ ἡ διαφορὰ αὐτὴ δὲν εἶναι συνειδητή. Γι’ αὐτὸ πρὶν ἀπὸ κάθε ἔρευνα , ἀναζήτηση, ἢ συζήτηση, ἢ γραφή, ἢ ἀπόφαση. Ἀν θέλουμε νὰ γνωρίζουμε τὸ ἀντικείμενό της, ἢ το περιεχόμενο της, ἢ τὸν στόχο της, θὰ πρέπει νὰ ὁρίζουμε καὶ νὰ καθορίζουμε σαφῶς τοὺς ὅρους της.
Καὶ τότε μόνο μπορεῖ νὰ βγει κάποιο εποικοδομητικὸ συμπέρασμα.
Διαφορετικὰ πρόκειται γιὰ φλυαρίες καὶ ἀερολογίες καὶ ἄστοχες καὶ ἀστόχαστες διαφωνίες.
Ἀς τὸ ἔχουν αὐτὸ ὑπόψιν οἱ Φυσικοῖ - Κοσμολόγοι.
VIΙ. Συμπτώσεις

Ὁ Μέγιστος τῶν Σοφιστῶν Πρωταγό­ρας, ὁ ἱδρυτὴς τοῦ Ἀνθρωποκεντρι­σμοῦ:
Δίδαξε καὶ ἔγραψε κάτι μὲ τὸ ὁποῖο τώρα πιά, μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια καὶ τόσες ἐπιστημονικὲς καὶ τεχνικὲς (καὶ ὄχι μόνο) προόδους, καὶ λόγω αὐτῶν, εἴμαστε σχεδὸν ὑποχρεωμένοι νὰ συμφωνήσουμε ὅλοι:
Ὅτι δηλαδή:
"Πάντων χρημάτων μέτρον ἄνθρω­πον εἶναι. Τῶν μὲν ὄντων ὡς ἐστίν, τῶν δὲ μὴ ὄντων ὡς οὐκ ἐστίν".
Ὅπως ἀναφέρει καὶ ὁ Πλάτων στὸν Θεαίτητό του.
Τὸ «χρημάτων» ἐδῶ δὲν σημαίνει βέβαια: Εὐρὼ, ἢ Δολλάρια. Αλλὰ πραγ­μάτων, καταστάσεων, γεγονότων, ὄντων, φαινομένων κλπ.
Τὸ δὲ «μέτρον» σημαίνει: κριτής, ἐκτιμητής, γνώστης, ἀποδέκτης κ.α.
Αὐτὰ μεταφερόμενα στὸ σήμερα, ποὺ ἀποκτήσαμε «ἐν τῷ μεταξύ», τόσες πολλὲς πληροφορίες καὶ ἐμπει­ρίες καὶ γνώσεις: ἀνατομικὲς κι ἠλεκ­τρο­νικὲς καὶ ἄλλες, μᾶς δηλοῦν ὅτι:
Ὁ ἀνθρώπινος ἐγκέφαλός μας, μὲ τὴν ἀσταμάτητη λειτουρ­γία του, εἶναι αὐτὸς ποὺ σὺν-θέτει καὶ ἀνὰσυν-θέτει καὶ παράγει καὶ ἀνὰ-παράγει μνημονιακά, τὴν κάθε γνώση μας.
Καὶ ὅτι συνεπῶς ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι μὲ τὴν λειτουργία τῶν ἐγκεφάλων μας, ποὺ εἶναι αὐτὸ ποὺ κυρίως μᾶς διακρίνει ἀπὸ τὰ ἄλλα ζῶα, ἀποφα­σίζουμε καὶ διακρίνουμε τὰ ὄντα καὶ τὰ γεγονότα σὲ κατηγορίες.
Καὶ τὰ κατατάσσουμε σὲ διάφορες ποὺ φτιάχνουμε μὲ τὸ μυαλὸ μας δι­ακρίσεις. Ἀπὸ τὶς ὁμοιότητές τους καὶ τὶς κατ’ ἐμᾶς διαφορές τους.
Ὅπως καὶ διαλέγουμε τὸ ποιὰ ἀπὸ αὐτὰ ἀνήκουν στὴν μία ἢ στὴν ἄλλη, μεγάλη ἢ μικρή, σημαντικὴ ἢ ἀσή­μαντη, χρήσιμη ἢ ἄχρηστη, ποὺ νομί­ζουμε κατηγορία.
Πράγμα -πραγματικότητα, γεγονὸς- ποὺ ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν διάκριση τῶν ὄντων, τῶν γεγονότων καὶ τῶν καταστάσεων σὲ πραγ­μα­τικὰ καὶ φαντασιακά.
Πρόκειται γιὰ μία διάκριση ποὺ ὅταν γίνεται καὶ χρησιμοποιεῖται, βοηθάει ἀσφαλῶς τὴν κατηγορηματοποίηση καὶ συστηματοποίηση τῆς γνώσης μας καὶ εἶναι χρήσιμη πολὺ.
Kά­ποτε ἀπαραίτητη, ἢ καὶ σωτήρια.
Ὅμως καὶ αὐτὴ καὶ τὸ πότε καὶ τὸ πῶς θὰ γίνει καὶ τὸ ποῦ θὰ χρησι­μοποιηθεῖ, ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐμᾶς.
Γιατί, ἐμεῖς οἱ θνητοί, ὅπως προέ­βλεψε καὶ ὁ Πρωταγόρας, εἴμαστε ἐκεῖνοι ποὺ ἀποφασίζουμε τὸ πότε οἱ διάφορες ποὺ κάνουμε διακρίσεις χρειάζονται καὶ πρέπει νὰ γίνουν.
Καὶ πῶς νὰ χρησιμοποιηθοῦν.
Αὐτὰ καὶ ἄλλα πολλὰ ποὺ δὲν εἶναι τῆς στιγμῆς, μᾶς διδάσκει μεταφερό­μενη ἔστω καὶ πρόχειρα καὶ ἀποσπα­σματικὰ στὸ σήμερα, ἡ πα­ραπάνω ἀνακαθοριστική, ἀνθρωποκεντρικὴ σκέ­ψη καὶ φράση, τοῦ σοφότατου τῶν Σοφιστῶν.
Συνεπῶς, μπορεῖ ἡ πραγματικότητα νὰ διαφέρει οὐσιωδῶς καὶ συχνὰ προφανῶς ἀπὸ τὴν φαντασία μας.
Καὶ ἀπὸ τὰ ὄνειρά μας καὶ τὰ παρα­μύθια.
Καὶ τὰ πραγματικὰ ὄντα, νὰ εἶναι πο-λὺ -γιὰ ἐμᾶς- διαφορετικὰ καὶ σημαντικά κι ἀντί­θετα συχνὰ ἀπὸ τὰ τέρατα καὶ τὰ εἴδωλα τὰ τρομακτικά.
Καὶ μπορεῖ ἡ συνειδητοποίηση καὶ γνώση τῶν διαφορῶν αὐτῶν νὰ βο­ηθᾶ τὴν γνώση γενικά.
Καὶ τὴν ἀποφυγὴ λαθῶν.
Δηλαδὴ τὴν γνώση τῆς Πραγματικότητάς μας
Κι ἑπομένως νὰ προάγει τὴν ἐπιβί­ωσή μας καὶ τὴν Ὕπαρξή μας καὶ τὴν ἐπιβολή μας καὶ τὴν εὐημερία μας.
Τὴν δική μας καὶ πολλῶν ἄλλων φιλικῶν καὶ χρήσιμων καὶ ἀγαπητῶν, ζώντων καὶ μή, ὄντων.
Καὶ μπορεῖ καὶ ἔτσι εἶναι:
Ἡ οὐσιαστικὴ αὐτὴ διαφορὰ νὰ δείχνει τὴ Μεγάλη-Παραπλά­νησή μας.
Ὅμως τελικὰ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώ­πους καὶ ἀπὸ τὴν θέλησή μας, καὶ τὶς ἀνάγκες μας, ἐξαρτᾶται τὸ ἐὰν καὶ πότε καὶ πῶς χρειάζεται νὰ γίνει καὶ νὰ προβληθεῖ καὶ νὰ χρησιμεύσει.
Ἀπόδειξη τὸ ὅτι: ἐπὶ τόσους αἰῶνες ἡ διάκριση αὐτὴ ἔχει συχνότατα, κά­ποτε μάλιστα συνειδητὰ (γιὰ λόγους συμφέροντος;), ἀποσιωπηθεῖ.

Στὸ σημεῖο αὐτὸ εἶναι, νομίζω, ἀπαραίτητο νὰ τονιστεῖ: Πὼς πιθα­νὸν, ἕνας ἀπὸ τοὺς λόγους γιὰ τοὺς ὁποίους ἄργησε τόσο πολὺ νὰ γίνει ξεκάθαρη καὶ νὰ προβληθεῖ ἡ διά­κριση τῶν ὄντων καὶ τῶν συμπαρα­μαρ­τουμένων τους, σὲ πραγματικὰ καὶ φαντασιακὰ εἶναι καὶ τὸ ὅτι:
Πάμπολλες φορὲς ἡ φαντασία μας συ­μπίπτει μὲ τὴν πραγματικό­τητά μας. Ἢ ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ αὐτήν.
Καὶ ὅτι συνεπῶς, στὴν περίπτωση αὐτὴ ἡ διάκριση ἀτονεῖ καὶ μπορεῖ ἀτιμωρητὶ νὰ παραβλέπεται.
Καὶ γί­νεται καὶ εἶναι ἄχρηστη καὶ περιττὴ καὶ ἀνενεργή.
Καὶ πρόβλημα δὲν ὑπάρχει.
Καὶ ὅλα πᾶνε καλά.
Συμβαίνει ὅμως καὶ τὸ ἀντίθετο, ὅπως προβλήθηκε στὸ «Τὰ Δεινά».
Καὶ τότε προβλήματα παρουσιάζο­νται πολλά.
Καὶ κάποτε καὶ δραματικά.
Ἰδίως ὅταν ὄχι μόνο δὲν συμπίπτει ἡ φαντασία μας μὲ τὴν πραγματικό­τητά μας, ἀλλὰ εἶναι κι ἀντίθετες.
Ἤ καὶ καταπολεμοῦν ἡ μία τὴν ἄλλη. Καὶ τότε εἶναι ποὺ ἡ διάκριση αὐτὴ γίνεται καὶ εἶναι χρήσιμη πολύ.
Καὶ μάλιστα -κάποτε- καταλυτική.
Εὐτυχῶς στὴν περίπτωση αὐτή:
Τὸ πότε ἕνα ὂν εἶναι πραγματικὸ ἢ φαντασιακό:
Καὶ τὸ πότε ἕνα γεγονὸς ἢ μία κατά­σταση εἶναι ἔργο τῆς ἀνθρώπινης φαντασίας μας ἢ ὄχι.
Μᾶς βοηθοῦν καὶ μᾶς ἐπιτρέπουν ἢ καὶ μᾶς ἀναγκάζουν κάποτε, νὰ τὸ διακρίνουμε, τὰ παραπάνω κριτήρια ποὺ καταγράφηκαν στὸ κεφάλαιο «Διαφορὲς» καὶ οἱ συνδυασμοί τους.
Καθὼς καὶ ἡ στοιχειώδης λογικὴ ποὺ συχνὰ ἀποφεύγεται κι αὐτή.
Δυστυχῶς ὅμως καὶ τὰ κριτήρια αὐτὰ στὸ παρελθόν, ὅπως ἐγράφη, εἶχαν σχεδὸν ἐπίτηδες ἀγνοηθεῖ.
Ἢ παραλείπονταν συμφεροντολογικά.
Ἐλπίζεται ὅμως ὅτι ἀπὸ ἐδῶ καὶ μπρὸς -ὑπάρχουν περὶ αὐτοῦ ἀρκετὰ θε­τικὰ σημάδια, ἴσως λόγω καὶ τῶν Ἠλεκτρονικῶν-Ὑπολογιστῶν (Η/Υ);- τουλάχιστον οἱ σημαντικότε­ροι τῶν ἐπιστημόνων ἢ καὶ τῶν ἄλλων στο­χαστῶν (ποὺ καὶ γι’ αὐτὸ θὰ θεω­ρηθοῦν ὡς “οἱ σημαντικότε­ροι”;), θὰ κάνουν κατάλληλη χρήση τῶν παραπάνω ἀλλὰ καὶ ἄλλων διακρίσεων ὥστε νὰ ἀποφευχθοῦν πολλὲς ἀπὸ τὶς προκαταλήψεις μας.
Καὶ ὅτι ὅλες αὐτὲς οἱ πρόοδοι καὶ οἱ γνώσεις μας καὶ οἱ ἐμπειρίες μας, οἱ τωρινές, θὰ χρησιμοποιηθοῦν καὶ θὰ μᾶς ἐπιτρέψουν σαφέστερη γνώση.
Ὄχι μόνο γιὰ νὰ ἀποφεύγουμε πολ­λὲς ἀπὸ τὶς παραπλανήσεις μας καὶ τὴν Μεγάλη-Παραπλάνησή μας ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ καθοδηγούμαστε κι ἐμεῖς καὶ τὰ παιδιά μας καὶ τὰ ἐγγόνια μας πιὸ σίγουρα.
Ὥστε οἱ ἀπόγονοί μας ἂν θὰ ὑπάρ­ξουν ν’ ἀποφασίσουν πιὸ καλὰ γιὰ τὸ μέλλον τους:
Σημειώσεις
1) Ἰδοὺ τὸ κατ’ ἐμέ, ἁπλούστερο καὶ συνηθέστερο παράδειγμα σύμπτω­σης (ἢ μὴ) τῆς φαντασίας μὲ τὴν πραγματικότητα:
Περιμένω ἕναν φίλο μου στὸ καφενεῖο:
Τὸν διακρίνω νὰ ἔρχεται ἀπὸ μακριὰ: Ἂν πράγματι εἶναι αὐτός, ἡ πραγματικότητα συμπίπτει μὲ τὴν φαντασία μου.
Ἐὰν ἔκανα λάθος καὶ ἦταν κάποιος ποὺ τοῦ μοιάζει: Ἡ πραγματικότητα διαψεύδει τὴν φαντασία μου.

2) Ὅλες οἱ προβλέψεις γιὰ τὸ μέλλον ὅταν ἐπιβεβαιωθοῦν (γιὰ νὰ χαρεῖ καὶ ὁ K. Popper) ἡ σύμπτωση ἐπετεύχθη.
Ἂν ὄχι, πρόκειται γιὰ παραπλάνηση. Οἱ συνέπειες τῆς ὁποίας ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὶς ἑκάστοτε εἰδικὲς συνθῆκες.

3) Μὴ ὄντας οὔτε μαθηματικὸς οὔτε φυσικός, σὲ διάφορα βιβλία φυσικῆς διάβασα ὅτι: ὁ Ἀϊνστάιν διατύπωσε τὴν θεωρία ὅτι:
Η μάζα “τσαλακώνει” τὸν χῶρο καὶ τὸν χρόνο, ή τὸν χωρόχρονο.
Καὶ ἐάν μὲν ὁ Αϊνστάιν διδάσκει ὅτι:
Μία συγκεκριμένη μεγάλη μάζα (μεγέθους ὅπως αὐτὴ τοῦ Ἡλίου) μπορεί νὰ μεταβάλλει τὴν πορεία ἀνάλογα καὶ καταμετρήσιμα καὶ πάλι, συγκεκριμένων (μὲ μάζα, ἢ καὶ ἴσως ὄχι) “πρωταρχικῶν” σωματιδίων ή ἄλλων πράγματι ὑπαρχόντων σωμάτων:
Ὅλα εἶναι καλά!
Ἀλλὰ, ἡ φράση “Mass warps time and space”, ἔτσι ἀόριστα δὲν ταιριάζει.
Και τούτο γιατῖ, στὴν περίπτωση αυτή:
Φαίνεται σὰν ὁ Ἀϊνστάιν νὰ ἐννοεῖ:
Τὴν μάζα, τὸν χρόνο και τὸν χώρο, ὄχι μὲ συγκεκριμένα καταμετρησίμα χαρακτηριστικά, καὶ μεγέθη, ἀλλά ὡς έννοιες. Καὶ οἱ ἔννοιες δὲν τσαλακώνονται, οὔτε, οὔτε μεταβάλλονται, οὔτε μποροῦν να ἀλλάξουν η μία τὴν ἄλλη.
Ἀπλούστατα γιατὶ στὴν πραγματικότητα δὲν υπάρχουν.
Δὲν ὑπάρχουν ἔξω ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φαντασία μας καὶ μόνο σ’αὐτήν.
Μόνο ἡ φαντασία μας θὰ μποροῦσε -ἴσως- νὰ ἀλλάξει τὶς ἔννοιες.
Ὄμως κι αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο ὅπως ἐξηγεῖ ὁ Παρμενίδης (γιὰ τὸ ΟΝ, πρᾶγμα ποὺ ἰσχύει καὶ γιὰ τὶς ἄλλες ἔννοιες). Ὄταν ἡ ἀνθρωπότητα θὰ ἐκλείψει ἀπὸ τὸ Big-Bang καὶ οἱ ἔννοιες θὰ ἐξαφανιστοῦν κι αυτὲς μαζὶ μὲ ἑμᾶς.
Οὔτε ἡ ἀγάπη, οὔτε ἣ ἂρμονια, οὔτε το κάλλος θὰ ὑπάρχουν, γιατὶ εἶναι ἀνθρώπινες ἀξιολογήσεις.
Ὄμως, τα συγκεκριμένα μεγέθη καὶ οἱ ἀποστάσεις τῶν σωματιδίων και τῶν συνδυασμῶν τους θὰ ἐξακολουθήσουν νὰ ὑπάρχουν καὶ νὰ μεταβάλλονται για πολὺ χωρὶς νὰ ὑπάρχουν ἄνθρωποι νὰ τὶς ἀντιληφθοῦν ἢ καταμετρήσουν.
Αὐτἀ μᾶς λέει ἡ ἀπλὴ λογικὴ.
Εἶναι συνεπῶς χρήσιμο τὸ να μπορεῖ κάποιος -ἰδίως ἐπιστήμων- νὰ διακρίνει πότε μία φράση (=μία έκφραση) ἀναφέρεται σὲ πραγματικὰ καὶ συγκεκριμένα μεγέθη καὶ θέσεις καὶ ἀποστάσεις.
Ἢ ἀντίθετα σὲ ἀόριστες καὶ γενικὲς φαντασιακές ἔννοιες.
Ἐὰν ὁρισμένα ρολόγια τῶν μέσων πλοήγησης δορυφόρων, ποὺ βρίσκονται σὲ τροχιὰ πηγαίνουν πιὸ ἀργὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ βρίσκονται στὴν Γη, αὐτὸ δὲν δείχνει ἐπιμήκυνση τοῦ χρόνου ὡς ἔννοια γενικά.
4) Ἕνα ἄλλο λάθος, ποὺ νομίζω ὅτι κάνει ἡ διεθνὴς -καὶ ἡ Ἑλληνικὴ- ἐπιστη­μονικὴ κοινότητα τῆς φυσικῆς, τὸ ὁποῖο καὶ προβάλλω μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι κάποτε θὰ τὸ διορθώσει, εἶναι τὸ ἀκόλουθο:
Τὸ ὅτι ἀκόμη καὶ σημαντικοὶ ἐπιστή­μονες τῆς φυσικῆς βάζουν τὸν ὄρο "Σύμπαν", ἐκεῖ ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ βάλουν τὸν ὄρο Μπὶγκ-Μπάνγκ, ὅταν στὸ ΜΜ, πράγματι ἀναφέ­ρονται
Καὶ αὐτὸ γιατί νομίζουν ὅτι εἶναι ἀδιάφορο τὸ ποιὸν ἀπὸ τοὺς δύο ὅρους θὰ χρησιμοποιήσουν.
Καὶ ὅτι, τὸ Big-Bang ταυτίζεται μὲ τὸ ΣΥΝ-ΠΑΝ. Ὅμως πρόκειται περὶ λάθους.
Καθότι οἱ δύο αὐτοὶ ὄροι δὲν σημαίνουν τὸ ἴδιο πράγμα καὶ δὲν ἔχουν τὸ ἴδιο ἀντικεί­μενο.
Γιατί ἄλλο μᾶς λέει τὸ ΣΥΝ-ΠΑΝ καὶ ἄλλο δηλώνει τὸ Big-Bang.
Πρόκειται γιὰ δύο πολὺ διαφορε­τικὰ ὄντα: Τὸ ἕνα εἶναι πραγματικὸ καὶ τὸ ἄλλο φαντασιακό.
Πρόκειται συνεπῶς γιὰ τὸ ὅτι:
Τὸ μὲν Universe εἶναι μία παλαιὰ κυρίως ἀρχαῖο-ἑλληνικὴ ἔννοια (=δημιούργημα τῆς Ἑλληνικῆς πλούσιας φαντασίας μας, ἢ ποὺ ἴσως μᾶς ἦρθε ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο).
Ποὺ μᾶς λέει ὅτι κάποτε καὶ ἀπὸ μίαν ἄποψη: ὅλα τὰ γύρω μας (¨κι ἐμεῖς μαζὶ¨) μποροῦμε καὶ χρησιμεύει κάποτε νὰ θεωρηθοῦμε ὡς ΕΝ.
Ὡς μία τεράστια πᾶν-περιληπτικὴ ΜΟΝΑΔΑ. Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ γνωστὸ ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴ Φιλοσοφία: ΕΝ-ΠΑΝ. Μία ἔννοια ποὺ τὴν παρέλα­βαν οἱ Ρωμαῖοι καὶ τὴν ὀνόμασαν, ἢ τὴν μετέφρασαν: Uni-versus.
Δηλαδή, στὰ Λατινικά: Ὅλα - μαζί.
Ἀπὸ τοὺς δὲ Ρωμαίους, ἡ ἔννοια αὐτὴ με­τα­φέρθηκε σὲ Γαλλία, Ἀγγλία κ.ἀ..
Καὶ πάντα καὶ παντοῦ παραμένει μία πᾶν-περιληπτικὴ ἔννοια.
Ἀντίθετα τὸ Big-Bang δὲν εἶναι πλέον ἔν­νοια (=φαντασία). Ἀλλὰ γεγονός. Δηλα­δὴ μία πολὺ καλὰ καὶ ἐπιστημο­νικὰ καὶ πειραματικὰ καὶ αἰσθητὰ ἀποδεδειγ­μένη καὶ καταμετρημένη πραγμα­τι­κό­τητα.
Ἕνα γεγονὸς ποὺ ἔλαβε χώρα πρὶν ἀπὸ 13700 δισεκατομμύρια -περίπου- χρόνια.
Δὲν πρέπει συνεπῶς, ὅταν πρόκειται γιὰ τὸ Big-Bang (=τὴν Μεγάλη - Ἔκταση ἢ Ἔκρηξη) δηλαδὴ ἕνα συγκεκριμένο πραγματικὸ γεγονός, μὲ ἡμερομηνία ἔναρξης και συγκεκριμένο μέγεθος, νὰ χρησιμοποιοῦμε τὸν ὄρο Σὺν-Πᾶν, ἢ Universe. Ποὺ μᾶς συν-περι-λαμβάνει.
Ἄλλο τὸ ἕνα (ἔννοια=φαντασία), κι ἄλλο τὸ ἄλλο (=γεγονός).
Ἀπόδειξη αὐτῶν τὸ ὅτι ὁρισμένοι ἄφρο­νες ἐπιστήμονες χρησιμοποιοῦν τὸν ὄρο:
Multi-Verse". Θέλοντας νὰ ποῦν: Πολλὰ Μπίγκ-Μπάνγκ = Multi-Big-Bang.
Ὅμως καταλήγουν νὰ μπερδεύονται καὶ νὰ μπερδεύουν λέγοντας:
«Ὅλα εἶναι Ἕνα: Ἀλλὰ ὅλα εἶναι πολλά».
Πιθανὸν αὺτὸ ποὺ τοὺς μπερδεύει να εἶναι τὸ ὅτι:
Τὸ Μπὶγκ-Μπάνγκ, ἢ Μεγάλη-Ἔκρηξη:
Ἄρχισε στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰώνα ὡς μία πολὺ ἀπίθανη ὑπόθεση, ὡς μία φαντα­σία τόσο περίεργη καὶ πρωτόγνωρη ποὺ ἕνας ἐπιστήμονας τὴν ὀνόμασε σκω­πτικὰ “Big Bang.”
Δηλαδὴ "Μεγάλος Κρότος". (=μεγάλη φασαρία, ἢ μεγάλη ἀρλούμπα, θέλοντας νὰ ὑπονοήσει).
Σιγὰ σιγὰ ὅμως, μὲ τὰ χρόνια καὶ τὰ πειράματα καὶ τὶς συζητήσεις καὶ ἀνα­ζη­τήσεις. Ἀπεδείχθη ὅτι τὸ Big-Bang:
Ἀκούγεται μὲ τὰ ἐπιστημονικὰ μηχανήματά μας, καὶ τὸ βλέπουμε στὴν τηλεόρασή μας (ὡς χιονάκια), καὶ μπο­ροῦ­με καὶ καταμετροῦμε τὴν ἡμερο­μηνία γέννησής του.
Καὶ περνάει εὔκολα ὅλα τὰ τέστ τῆς πραγματικότητας.
Εἶναι συνεπῶς πραγματικὸ γεγονός, πολλαπλὰ καὶ πειραματικὰ ἀποδεδειγ­μένο.
Ἄλλο λοιπὸν τὸ γεγονὸς Big-Bang.
Καὶ ἄλλη ἡ ἔννοια (=ἡ φαντασία)
Uni-versus, =ΣΥΝ-ΠΑΝ.
Μάλιστα μές στὴ φαντασία Σὺν-Πᾶν μποροῦμε νὰ φαντασθοῦμε νὰ λάβουν χώρα περισσότερά τοῦ ἑνὸς Big-Bang.
Δὲν μπορεῖ ὄμως λογικὸς ἄνθρωπος νὰ ἰσχυ­ρι­σθεῖ:
Ὄτι συμβαίνουν πολλὰ "ΕΝ-ΠΑΝ".
Ὅπου, ἀποδεικνύεται ὅτι μία φαντασία μπορεῖ νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ ἀπὸ τὴν πραγματικότητα. Καὶ νὰ γίνει γεγονός.
Εἶναι ὅμως καὶ τὸ ἀντίθετο δυνατόν;
Ἡ πραγματικότητα νὰ γίνει φαντασία;

5) Στὴν διάρκεια πολλῶν αἰώνων τοῦ παρελθόντος, τὸ πιὸ ἀναμφισβήτητο (καὶ γιατί διαφορετικὰ σὲ καίγανε στὴν πυρὰ) γεγονὸς ἦταν ἡ ὕπαρξη τοῦ Μο­ναδικοῦ Θεοῦ. Καὶ πλάστη τῶν πάντων.
Ἀποτελοῦσε δὲ τὴν πιὸ ἀληθινὴ Ἀλήθεια.
Καὶ σχεδὸν ὅλοι "οἱ μεγάλοι φιλόσοφοι" (καὶ πάντως ὅλοι οἱ κληρικοί) ὁ καθένας τοὺς ἀσχολιόταν γιὰ νὰ βρεῖ νέες ἀπο-δείξεις γιὰ τὴν Ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ.
Καὶ κατἔληξε συνεπῶς ἡ Ὕπαρξη τοῦ Μοναδικοῦ Θεοῦ μας: Νὰ εἶναι τὸ πιὸ πολὺ καὶ τὸ πιὸ καλὰ ἀποδεδειγμένο γεγονός.
Ἔλα, ὅμως πού: "Ἁπάντων μέτρον ἄνθρωπος".
Καὶ ἔτσι σήμερα ἡ Ὕπαρξη καὶ ἡ Δύναμη τοῦ Θεοῦ ἀμφισβητεῖται.
Καὶ ἔτσι ἀπὸ “γεγονός”, πέρασε στὴν ὑπόθεση: Δηλαδὴ στὴν εὔνοια.
Δηλαδὴ στὴν φαντασία.
Διότι (δυστυχῶς;) ὁ Θεὸς δὲν περνᾶ κανένα ἀπ' τὰ τέστ τῆς πραγματικότητας.
Καὶ οὔτε μπορεῖ νὰ φωτογραφηθεῖ ἢ να καταμετρηθεί, ἢ να αλλάξει κλπ..


VIII. Εξήγηση

Ἡ ἐδὼ «Μεγάλη-Παραπλάνηση» εἶναι ἕνα μέρος ἕνὸς κεφαλαίου ἑνὸς βιβλίου μου, ποὺ ὅμως δὲν ἔχει ὁλοκληρωθεῖ.
Φοβούμενος ὅτι δὲν θὰ μπορέσω, ἢ δὲν θὰ προλάβω νὰ τὸ συμπληρώσω.
Καὶ πιστεύοντας ὅτι ἡ Μεγάλη Παρα­πλάνησή μας εἶναι σημαντικό, τὸ τα­χύτερο, τουλάχιστον ἐν μέρει νὰ προβληθεῖ, θὰ προσπα­θήσω νὰ τὴν δημοσιεύσω -ἔστω- καὶ αὐτοτελῶς.
Κρατῶ ὅμως τὴν ἐλπίδα ὅτι:
Καὶ τὸ ὁλόκληρο κάποτε θὰ μπορέσω νὰ τὸ τυπώσω.
Τὸν τίτλο τὸν ἐμπνεύστηκα ἀπὸ τὴν «Μεγάλη Ἀντιπαράθεση» ἕνα βιβλίο τοῦ Γιώργου Παμπούκη (Ἐκδόσεις Κριτική, 2004). Ὅπου ἀντιπαραθέτει στὶς θρησκεῖες τὶς ἐπιστῆμες.
Ἕνα βιβλίο πού μου ἄρεσε πολύ, ὅπως ὅλα, τὰ μέχρι τώρα, βιβλία του.
Ποὺ πραγματεύονται μὲ περίσσια φροντίδα στὴν βιβλιογραφία καὶ ὄχι μόνο, θέματα πολὺ σημαντικά, τόσο θεωρητικὰ ὅσο καὶ πρακτικά.
Ζητήματα καὶ προβλήματα ποὺ δυστυχῶς δὲν μᾶς ἀπασχολοῦν τώρα πιὰ στὴν Ἑλλάδα, ὅπως θὰ ἔπρεπε. Ἀντίθετα, βέβαια, μὲ ὅ,τι συνέβαινε στὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα. Ὅπου σὺν-ζητοῦσαν τὰ οὐσιαστικά.
Τὴν ἄποψη ὅτι ἡ Ἄνθρωπός (=ἡ Ἀνθρωπότητα) μπορεῖ καὶ ἴσως νὰ πρέπει κάποια μέρα νὰ γίνει τὸ ὑπέρτατο ΟΝ μας.
Τὴν εἴχαμε ἤδη συζητήσει μὲ τὸν Κώστα Ἀξελὸ, το 1949.
Σὲ ἕνα φτηνό, φοιτητικό, ρουμάνικο εστιατόριο τοῦ Παρισιοῦ, τὰ μεσημέρια. Ἕνα ἐστιατόριο μὲ μέτριο ἀλλὰ καθαρὸ φαγητό, ποὺ εἶχε χάρτινα τραπεζομάντηλα ἐπάνω στὰ ὁποία ὁ Κώστας κατέγραφε διάφορες σκέψεις καὶ ἀπόψεις δικὲς του καὶ ἀπὸ σχολὲς φιλοσοφικὲς ποὺ μοῦ τὶς δίδασκε.

Erased:
6) Ὅλα τὰ ζῶντα ὄντα ὅταν πεθάνουν, δηλαδὴ ὅταν ἀποσυντεθοῦν:
Ἀπὸ -πρώην- πραγματικότητα μεταβάλλονται σὲ φαντασία.
Καὶ «ὑπάρχουν» μόνο ὡς ἀνάμνησή μας, ἢ στὰ χαρτιά μας καὶ στοὺς ὑπολο­γι­στές μας ὡς καταγραφές.
Ἔτσι παύουν νὰ περνᾶνε = νὰ ἐπιβε­βαι­ώνονται, ἀπὸ τὴ θέση τῆς πραγματικότητας.
Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ πιὸ συχνὴ -καθη­μερινὴ- περίπτωση μετατροπῆς τῆς πραγματικότητας σὲ φαντασία.
Δηλαδὴ σὲ ἀνάμνηση.

No comments: